Κι όπως στις παλιές λαϊκές γιορτές αρχινούσαν μ’ ένα μοιρολόι, τιμή σ’ αυτούς που έφυγαν, θα μνημονεύσω πρώτα τους νεκρούς των παλιών, των καινούργιων και των πρόσφατων αγώνων. Αυτούς που έπεσαν στις φυλακές, στους τόπους των βασανιστηρίων. Τους εξαφανισμένους, που ποιος ξέρει πού, σε ποιο κομμάτι της στεριάς ή της θάλασσας κείτονται οι σοροί τους. Αυτούς που έπεσαν στη σύγκρουση στο δρόμο, στη μάχη με την καταστολή. Απ’ όποιο ιδεολογικό μετερίζι κι αν πάλεψαν: «Οι νεκροί δεν έχουν έμβλημα –είναι το έμβλημα», έλεγε ένας παλιός, που τον τιμούμε γι αυτό που υπήρξε. Είναι η κοινή μας κληρονομιά, κοινό σημείο αναφοράς, ώθηση για συνέχιση του αγώνα, μ’ όποιες μορφές πάρει στο γύρισμα των κύκλων.
Θα χαιρετίσω έπειτα τη ζωντανή μας ιστορία, τους συντρόφους που ήρθαν από μακριά, την Ίρμα Λέιτες από το MLN-Τουπαμάρος, τον Γκαμπριέλ Σαέζ Το τορικαγκουένα από την ΕΤΑ και τον Αντρέας Φόγκελ από τη 2η Ιούνη, οργανώσεις και κινήματα –πηγές έμπνευσης για μας. Που επέζησαν, γλίτωσαν από τα νύχια του κράτους, τις παρακρατικές συμμορίες, τους GAL, τα τάγματα θανάτου, τα βασανιστήρια, τις πτέρυγες της απομόνωσης. Επέζησαν όμως με αξιοπρέπεια, δεν πρόδωσαν, δεν απαρνήθηκαν αυτό που υπήρξαν, δεν ξεπουλήθηκαν, δεν έγιναν κοινωνικοί αποσβεστήρες των απελευθερωτικών δονήσεων. Συνεχίζουν τον αγώνα, με όποιες μορφές επιβάλλει η σημερινή συγκυρία, πεισματάρηδες, αντικρίζουν τη νέα πραγματικότητα όπως λέει ο Ταμπέρο: «με τα παλιά γυαλιά των Τουπαμάρος, με τα παντοτινά χρώματα του κόκκινου και του μαύρου».
Τους καλωσορίζουμε σε έναν τόπο όπου η συλλογική μνήμη κρατά χρόνια τώρα θέση ακριβή για τους πολιτικούς κρατούμενους. Τους ακούσαμε και θα τους ακούσουμε να μιλούν για τις θετικές και τις αρνητικές εμπειρίες, για τις νίκες και τις ήττες τους. Γιατί και οι επιτυχίες και οι αποτυχίες είναι κομμάτια αδιάσπαστατης Ιστορίας μας, κι είναι το ίδιο λάθος να δοξολογούμε ή να θρηνούμε μόνο, είναι το ίδιο λάθος να αντιμετωπίζουμε λειψά την Ιστορία, να αποκόβουμε ή να συσκοτίζουμε κάποια πλευρά της, υπερπροβάλλοντας κάποια άλλη. Δεν διστάζουμε να βάλουμε το δάχτυλο «επί τον τύπον των ήλων», όχι για να πληγώσουμε ή για να πληγωθούμε, αλλά να βγάλουμε συμπεράσματα όχι μόνο από τις νίκες αλλά κι από τις ήττες, να διδαχτούμε από αυτές, για να ισχυροποιηθούν οι επαναστατικές δυνάμεις.
Όπως τολμούμε να παλεύουμε, τολμούμενα να νικάμε, έτσι τολμάμε να αναρωτιόμαστε σε περίπτωση ήττας μήπως τελικά δεν είναι μόνο «στραβός ο γιαλός», μήπως κι εμείς στραβά αρμενίζουμε. Οι σύντροφοι του Κινήματος 2 Ιούνη, της ΕΤΑ, η συντρόφισσα των Τούπας έχουν πολλά να πουν γι αυτό.
Ανήκω σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι έχουμε κοινωνικό πόλεμο. Ότι κυριαρχεί η αδικία, η οικονομική βία και η ολοένα εντεινόμενη καταστολή που τα διασφαλίζει. Ότι η λαϊκή αντιβία παραμένει στη φαρέτρα του κινήματος, στις οποίες και πιο διαφορετικές μορφές της, πάντα ποιοτικά διαφορετική από τη βία της εξουσίας. Ότι, όπως είπε ο Ζαν-Μαρκ Ρονιγιάν «ο ένοπλος αγώνας παραμένει απαραίτητοςσε κάποια στιγμή της επαναστατικής διαδικασίας». Ότι αποτελεί αποφασιστική συμβολή των αντάρτικων ότι έδειξαν πώς, απλοί αγωνιστές με απλά μέσα, μπορούν να αγωνιστούν αποτελεσματικά, ότι ο πανίσχυρος εχθρός δεν είναι ανίκητος. Συνυπογράφω ακόμη τα λόγια του Χόρχε Σαμπάλσα, για τον κίνδυνο να μετατραπεί η επαναστατική δράση σε ένα είδος πινγκ-πονγκ με την καταστολή, ερήμην των λαϊκών δυνάμεων. Ή όταν διακρίνει τη διπλή λειτουργία της ένοπλης δράσης, ως εργαλείου στρατηγικής φθοράς, αλλά και ως μέσου ιδεολογικής πάλης με στόχο την ανάπτυξη ενός πολιτικού κινήματος επαναστατικού χαρακτήρα, και τον κίνδυνο εκτροπής όταν οι ενέργειες χάνουν τη δυνατότητα να λειτουργούν ιδεολογικά. Όταν διαπιστώνει την αποκλίνουσα κατεύθυνση του MLN σε σχέση με αυτή του λαϊκού κινήματος, και την υιοθέτηση από τους Τούπας ανώτερης ταχύτητας από το ρυθμό ανάπτυξης του μαζικού κινήματος, ως αιτία της ήττας.
Σήμερα στις ελληνικές φυλακές βρίσκονται αιχμάλωτοι 51 γυναίκες και άνδρες πολιτικοί κρατούμενοι, που στη συντριπτική τους πλειονότητα αναλαμβάνουν την πολιτική τους ευθύνη, είτε υπερασπίζονται την οργάνωσή τους, είτε την ιδιαίτερη πολιτική τους ταυτότητα και δράση. Απέναντί τους έχει ξεκινήσει ήδη μια σειρά πολιτικών δικών. Η εξουσία διεξάγει ήδη την πρώτη δίκη αυτής της σειράς με τον δικό της αυταρχικό και εκδικητικό τρόπο, μια δίκη-πιλότο, δοκιμαστική εφαρμογή αυτών που έπονται. Μέσα σε εκκωφαντική σχεδόν σιωπή, και αυτό δεν είναι ακριβώς μια νίκη του κινήματος.
Στην Ελλάδα, αφενός ιστορικοί λόγοι, αφετέρου η πρακτική παλιότερων ένοπλων οργανώσεων και η δράση των παλιότερων κινήσεων αλληλεγγύης, καθώς και η συγκυρία της σημερινής κρίσης, έχουν δημιουργήσει ένα πολιτικο-ιδεολογικό κεφάλαιο συμπάθειας στους πολιτικούς κρατούμενους, το οποίο αποτελεί βάση για την ανάπτυξη συγκεκριμένου κινήματος αλληλεγγύης ενόψει των πολιτικών δικών, αλλά και αυτόνομη αξία-δείκτη που σηματοδοτεί συμβολικά βαθιές αντισυστημικές διαθέσεις. Το κεφάλαιο αυτό δεν πρέπει να χτυπιέται, να αναλίσκεται και να καταστρέφεται, με ευθύνη των απέξω, των εγκλείστων, και ενίοτε κάποιων που κινούνται από τις δύο μεριές του τοίχου και μιλούν εξ ονόματος των κρατούμενων, αλλά χρειάζεται να συνδεθεί, να διοχετεύεται όσο είναι δυνατόν σε ζωντανές πλευρές του κοινωνικού κινήματος.
Οι πολιτικοί κρατούμενοιείναι αιχμάλωτοι του κοινωνικού πολέμου, όμηροι της σύγκρουσης στα κοινωνικά σύνορα, προωθημένοι μαχητές για τα λαϊκά συμφέροντα. Γι αυτό, ως πολιτικοί κρατούμενοι, αντιμετωπίζουν παραδειγματικά το υψηλότεροεπίπεδο καταστολής. Δικάζονται κάτω από ειδικές συνθήκες, από ειδικά δικαστήρια εκτάκτων μέτρων, ως κοινοί παραβάτες, ενώ το σύνολο των εξουσιών με όπλα το ψεύδος και τη συκοφαντία προσπαθούν να υψώσουν ιδεολογικά τείχη, να αποκόψουν τους πολιτικούς κρατούμενους από την κοινωνία.
Οι πολιτικοί κρατούμενοι από μέσα και το κίνημα αλληλεγγύης απέξω χρειάζεται να παλέψουν για να γκρεμίσουν αυτά τα ιδεολογικά τείχη, να καταδειχθεί ότι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του κινήματος, ότι ο αγώνας τους εγγράφεται στον αγώνα του κινήματος, ότι το χτύπημά τους είναι χτύπημα ολόκληρου του κοινωνικού κινήματος. Αναφορά του κινήματος αλληλεγγύης, αλλά και των πολιτικών κρατούμενων, ιδιαίτερα όσων πήραν τα όπλα για να επαναστατικοποιήσουν την κοινωνία, χρειάζεται να είναι ολόκληρη η κοινωνία, και όχι στενοί κοινωνικοί χώροι στο όνομα μιας «καθαρότητας» που οδηγεί σε διαρκή κατακερματισμό, μέχρι το όριο του ατόμου. Είναι απαραίτητη η πολιτική σύνδεση με το ευρύτερο κίνημα, και γι αυτό το κίνημα αλληλεγγύης δεν μπορεί απλώς να είναι καθαρά ιδεολογικό, χωρίς να έχει δηλαδή συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους. Η πολιτική αύτη σύνδεση σήμερα, στη συγκυρία της όξυνσης του κοινωνικού πολέμου, της άγριας καταστολής, της σκλήρυνσης του νομικού πλαισίου, των διαδοχικών τρομονόμων που διευρύνουν την έννοια της λεγόμενης τρομοκρατίας μέχρι το επίπεδο της εκτόξευσης μιας πέτρας στη διαδήλωση, μπορεί να γίνει μόνο στη βάση της γενικευμένης καταστροφής κοινών δικαιωμάτων που έχουν κατακτηθεί με πολύχρονους αγώνες, σε μια αστυνομοκρατούμενη και φασιστικοποιούμενη κοινωνία.
Με τον τρόπο αυτόν μπορεί να αξιοποιηθεί και να διευρυνθεί το πολιτικό-ιδεολογικό κεφάλαιο συμπάθειας, να επιτευχθούν οι άμεσοι και απώτεροι στόχοι που βάζει η Δράση για την Ελευθερία και το κίνημα αλληλεγγύης, να γίνει σύνδεση και συνάρθρωση με το ευρύτερο ζωντανό κοινωνικό κίνημα. Να επικοινωνήσουν αποτελεσματικότερα μεταξύ τους τα διάφορα κομμάτια του κινήματος, να επιτευχθούν απαραίτητες μικρές νίκες, να φωτιστεί τελικά ο ανατρεπτικός ορίζοντας.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλες και φίλοι
Συντρόφισσα Ίρμα
Σύντροφε Γκαμπριέλ
Σύντροφε Αντρέας
Ανταμωθήκαμε εδώ, σ’ έναν τόπο που ζει μια απ’ τις ζοφερές περιόδους της ιστορίας του. Όπου ίσως η πιο επιθετική, αδίστακτη, αρπακτική, κυνική και αμοραλιστική άρχουσα τάξη που έχει γνωρίσει η χώρα, μας οδηγεί σε νέα εποχή υποτέλειας, λεηλατεί, εξαθλιώνει, ξεπουλά τα πάντα, κουρελιάζει την αξιοπρέπεια, απειλεί την ιδιοσυστασία, την ίδια την υπόσταση του ελληνικού λαού. Και δεν θα σταματήσει πουθενά όσο δεν βρίσκει αποτελεσματική αντίσταση όσο δεν υψώνονται παντού αναχώματα, να σταματήσει η ζοφερή πορεία στην καταστροφή.
Ανταμωθήκαμε εδώ να τα πούμε, να βάλουμε κάτω εμπειρίες, σκέψεις, όνειρα, ουτοπίες. Τα χρόνια της φωτιάς, του μπαρουτιού, της ελπίδας, της βιασύνης μη χαθεί το ραντεβού με την επανάσταση, μην αργήσει η έφοδος στον ουρανό. Κι ύστερα τα μολυβένια χρόνια, της σκληρής αναμέτρησης, του απολογισμού… Μια περιήγηση στη συλλογική μνήμη, αλλά για να οργανώσουμε την αντίσταση, να καταλάβουμε τις τωρινές μάχες, τις μορφές και τους τρόπους να τις διεξάγουμε. Γιατί δεν σταματάμε να μισούμε το σύστημα της βίας, της αδικίας, των σφαγών. Δεν σταματάμε να αγαπάμε, δεν σταματάμε να ονειρευόμαστε, δεν σταματάμε να πολεμάμε…
Το κείμενο βρέθηκε στο ”Κουλτούρα και Επανάσταση”