Κείμενο των 4 συντρόφων που κατηγορούνται για τη ληστεία της ΕΤΕ στα Ψαχνά Ευβοίας

I. Ο κόσμος που γνωρίσαμε αλλάζει, ο κόσμος που αντέχαμε τελειώνει.

Βρισκόμαστε μπροστά στη διαδικασία εξάπλωσης ενός νέου παγκόσμιου πολέμου. Ενός πολέμου που επιταχύνεται ανελέητα σε κάθε πτυχή του κοινωνικού, έτσι που τίποτα πια να μην μπορεί να αποκρύψει το ολοφάνερο: η καπιταλιστική μηχανή είναι μηχανή θανάτου. Ο κόσμος που γνωρίσαμε αλλάζει, ο κόσμος που αντέχαμε τελειώνει.

Η αποτελμάτωση των υπερδιογκωμένων και πλασματικών κερδοφόρων ροών μέσα στα πλαίσια της οικονομίας των αγορών, μιας οικονομίας που εδώ και τρείς δεκαετίες έχει μετατοπίσει προς την απόλυτη χρηματιστικοποίηση την κερδοφορία του κεφαλαίου, ήταν αυτή που σήμανε το ξέσπασμα της κρίσης άρα και την διαπλανητική ανάγκη των αφεντικών για αναδιοργάνωση της οικονομίας. Σε πρώτη φάση η στρατηγική των αφεντικών για τον απεγκλωβισμό από την κρίση επιβάλλει την επίταση των διακρατικών ανταγωνισμών. Έτσι, σε παροξυμμένη μορφή επιβεβαιώνεται η θεμελιώδης αρχή του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού περί κατίσχυσης των αναπτυγμένων οικονομικά κρατών εις βάρος των υποανάπτυκτων. Είναι γεγονός ότι οι διακρατικοί ανταγωνισμοί απέκτησαν μια πιο σύγχρονη εκδοχή όταν η παγκόσμια εδραίωση του νεοφιλελευθερισμού ενίσχυσε το σχηματισμό καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών συμμαχιών (π.χ. Ε.Ε) με κίνητρο την όσο το δυνατό μεγαλύτερη επέκταση των ζωνών οικονομικής επιρροής τους πάνω σ’ ένα πλανήτη που είχε ήδη αρχίσει να τεμαχίζεται σε επιμέρους αγορές. Ο τεμαχισμός αυτός ουσιαστικά διαμόρφωσε τον παγκόσμιο χάρτη μέσα από τους δύο άξονες που περιελάμβαναν το καπιταλιστικό κέντρο και την περιφέρεια. Από τη μια δηλαδή το κέντρο των οικονομικά ανεπτυγμένων κρατών που σχημάτιζαν βάσει συμφερόντων διαφορετικές και ανταγωνιστικές μεταξύ τους συμμαχίες και από την άλλη η περιφέρεια των φτωχών κρατών που αποτελούσαν πηγές αστείρευτης λεηλασίας. Τα κράτη της περιφέρειας αποτελούσαν βάσεις εξυπηρέτησης των ισχυρών, είτε με το πάμφθηνο εργατικό δυναμικό που προσέφεραν, είτε με την μηδενική φορολόγηση των μεταφερόμενων πρωτοκοσμικών παραγωγικών μονάδων, είτε με τις ιδιότυπες δικτατορίες του πλήρη οικονομικού ελέγχου μέσω των υψηλών έντοκων κρατικών δανείων.

Αυτή τη στιγμή η παγκόσμια προσοχή έχει στραφεί προς την Ελλάδα όχι μόνο γιατί είναι μια καπιταλιστική χώρα υπό κατάρρευση αλλά κυρίως γιατί αποτελεί ένα ασθενικό κύτταρο, με κίνδυνο εξάπλωσης, εντός ενός συμμαχικού οργανισμού (Ε.Ε.). Η κρίση έχει λοιπόν αποσταθεροποιήσει το καπιταλιστικό κέντρο και οι κλυδωνισμοί που συμβαίνουν εντός της Ε.Ε. έχουν ένα πολύ ισχυρό διακύβευμα. Ουσιαστικά οι επιλογές για τη διαχείριση της κρίσης εντός της συμμαχίας θα αποτελέσουν το βαρόμετρο για τη συνέχιση ή μη της ανταγωνιστικής δυναμικής της Ε.Ε. έναντι άλλων συμμαχιών (Η.Π.Α.), μέσα από τη διαδικασία της επαναχάραξης του παγκόσμιου χάρτη των αγορών που αυτή τη στιγμή συμβαίνει. Η αποσταθεροποίηση της ανταγωνιστικής δυναμικής της Ε.Ε. κρίνεται στη σχεδόν εξ’ ολοκλήρου διαχείριση της κρίσης απ’ τα οικονομικά ισχυρά κράτη της Ευρώπης (Γερμανία, Γαλλία) όμως εφ’ όσον η ίδια η φύση του νεοφιλελευθερισμού επιβάλει την εκμετάλλευση των ασθενέστερων οικονομικά κρατών, είναι ξεκάθαρο πως στη σημερινή φάση της κρίσης η επανάκαμψη της κερδοφορίας των αφεντικών θα περάσει και μέσα απ’ την όξυνση της επιστασίας και της αφαίμαξης και των λεγόμενων νέων περιφερειακών κρατών. Η νέα περιφέρεια σχηματοποιείται εντός του καπιταλιστικού κέντρου αφού στην πραγματικότητα η στρατηγική που ακολουθείται για την αποσόβηση της χρεοκοπίας των άλλοτε ανεπτυγμένων χωρών όπως η Ελλάδα, είναι η ίδια με αυτή που ακολουθήθηκε για τη λεηλασία των παραδοσιακά περιφερειακών κρατών. Τα μέτρα λοιπόν που λαμβάνονται για την υποτιθέμενη διάσωση της χώρας απ’ τη χρεοκοπία δεν είναι μέτρα σωτηρίας, δεν είναι προσωρινά. Οι διακρατικοί ανταγωνισμοί έχουν οξυνθεί εντός της συμμαχίας και τα ισχυρά κράτη επιβάλουν ένα μόνιμο μετασχηματισμό της Ευρώπης μέσω της απόλυτης ηγεμονίας τους, αφού αυτή τη στιγμή τα πακέτα “σωτηρίας” (μνημόνιο) και οι σαρωτικές μεταρρυθμίσεις που τα ακολουθούν στο σύνολο του οικονομικού και πολιτικού πλαισίου, ουσιαστικά εγκαθιδρύουν ένα νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον απόλυτου ελέγχου από τις οικονομικά ισχυρές δυνάμεις.

Όμως ακόμα κι αν αναγνωρίζουμε τον παγκόσμιο ανταγωνισμό μεταξύ κρατών σαν την υπάρχουσα συνθήκη της κρίσης δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την Ελλάδα σαν μια ενιαία δύναμη που αυτή τη στιγμή υπονομεύεται συλλήβδην. Όποιος σήμερα ισχυρίζεται εν ίδει έκπληξης ή αγανάκτησης ότι ξένες δυνάμεις επιβουλεύονται την χώρα προφανώς δεν έχει κατανοήσει ότι τα ντόπια αφεντικά είναι αυτά που μεθόδευσαν την κατάρρευση, αφού έχουν συστρατευτεί πλήρως με τις επιταγές της νεοφιλελεύθερης οικονομίας. Δεν έχει κατανοήσει ότι οι διακρατικοί ανταγωνισμοί είναι στην ουσία μια κοινά συμφωνημένη στρατηγική των αφεντικών. Είναι η στρατηγική της πλέον απροκάλυπτης και ωμής βίας ενάντια στους προλετάριους.

Όμως δεν μιλάμε για κάτι καινούργιο. Γιατί είναι η ίδια η ιστορία που μας προειδοποιεί για τα επερχόμενα, όταν μέσα απ’ τις γραμμές της γίνεται ξεκάθαρο ότι οι καπιταλιστικοί κύκλοι , οι κρίσεις και το ξεπέρασμά τους είναι οι διαχρονικές αφορμές των αφεντικών για την καταστροφή όχι μόνο κεφαλαίων αλλά και ανθρώπων. Και σήμερα είναι οι σάρκες των ανά τον κόσμο προλετάριων αυτές που μπαίνουν και πάλι στη παγκόσμια καπιταλιστική κρεατομηχανή για την επαναφορά της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Η δανειακή σύμβαση (μνημόνιο) που υπέγραψαν τα ντόπια αφεντικά με την τρόικα είναι η αφετηριακή συμφωνία για την υπό διαμόρφωση κοινωνική ερείπωση ώστε η φτώχεια και η γενικευμένη βιοτική καθίζηση να εξυπηρετήσουν κατ’ αρχήν τα οφειλόμενα δάνεια προς τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς αλλά και να προσφέρουν στις νέες ανάγκες του κεφαλαίου ένα φθηνό εργατικό δυναμικό. Έτσι, η εργασιακή αναδιάρθρωση με τις μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις αρχικά βάζει τις βάσεις για μια νέα και προς τα κάτω κοστολόγηση της εργασίας ώστε ολοένα και περισσότερα απ’ τα χρήματα των δημοσίων ταμείων να οδηγηθούν στην αποπληρωμή του λεγόμενου δημόσιου χρέους που βρίσκεται στα συρτάρια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Είναι άλλωστε γνωστό πως ο παραγόμενος κοινωνικός πλούτος αποτελεί διαχρονικά λάφυρο στα χέρια της ντόπιας εξουσίας αφού υπό μορφή κρατικών ομολόγων το δημόσιο χρήμα έγινε τζόγος στα διεθνή χρηματιστήρια. Τα αποθεματικά των δημόσιων ταμείων ουσιαστικά λειτούργησαν σαν εγγυήσεις προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με ναυαρχίδες τις τράπεζες, ώστε να αναπαραχθεί η διαδικασία δανειοδότησης του ελληνικού κράτους με όρους κοινής τοκογλυφίας αφού ο υπολογισμός και μόνο των υπό αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων ήταν αρκετός για να διαφανεί ότι η εν γνώσει των ντόπιων αφεντικών υπερδιόγκωση του δημοσίου χρέους ήταν αδύνατο να διαχειριστεί. Απ’ τη στιγμή που η δανειοδότηση των κρατών πέρασε εξ’ ολοκλήρου στα χέρια του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου το δημόσιο χρήμα έγινε μια πρώτης τάξης κερδοφόρα πηγή για τις τράπεζες ενώ μια νέα σειρά από επενδυτικά υποπροϊόντα (CDS, σορτάρισμα) μετέφεραν τον κοινωνικό πλούτο στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς αριθμητικής κερδοσκοπίας. Η κρατικοποίηση των ζημιών που κατέγραψαν οι τράπεζες από το ξέσπασμα της κρίσης κάνει ξεκάθαρο το ρόλο τους στη διαμόρφωση της παγκόσμιας οικονομίας αφού είναι οι τράπεζες αυτές που αναλαμβάνουν την απόλυτη ρύθμιση και διαχείριση των κρατικών οικονομιών μέσω των δανειοδοτήσεών τους. Η ενδεχόμενη δηλαδή κατάρρευση των τραπεζών θα σήμανε και την κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας. Η πρωταρχικής σημασίας διάσωση των τραπεζών με την κρατικοποίηση των χρεών τους μεταφράζεται στην ίσως πιο βίαιη συγκέντρωση κοινωνικού πλούτου, αφού τα χρήματα για την κάλυψη των ζημιών θα αντληθούν από την άνευ προηγουμένου υποτίμηση της εργασίας. Είναι ακόμη ενδεικτικό ότι τα χρήματα της δανειακής σύμβασης του μνημονίου πηγαίνουν αυτούσια στην αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων γεγονός που αναδεικνύει την επαναφορά του πρωταγωνιστικού ρόλου των κρατών, όχι με την προγενέστερη εκδοχή του κρατικού καπιταλισμού, αλλά σαν άμεσους εγγυητές για την επανάκαμψη της κερδοφορίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Όμως πέρα από την όποια προσπάθεια αποσόβησης των ζημιών των τραπεζών οι νέες ανάγκες του κεφαλαίου αποκρυσταλλώνονται στον πλήρη ανασχηματισμό του κοινωνικού πλαισίου. Τα μέτρα για την υποτιθέμενη διάσωση από τη χρεοκοπία δεν έχουν παροδικό χαρακτήρα αλλά αντίθετα εξύφαιναν σημείο προς σημείο το νέο κόσμο που μας περιμένει. Η απόλυτη και απροκάλυπτη παράδοση της κοινωνίας στις νέες επιταγές του κεφαλαίου αποτελεί μια έμμεση γενοκτονία που ήδη οδηγεί το σύνολο του ντόπιου και παγκόσμιου πληθυσμού ακόμη πιο κάτω και από τη φτώχια, στην ταπείνωση και τη δυστυχία.

Η κρίση είναι το απαραίτητο εργαλείο για την ίσως πιο απροσχημάτιστα βίαιη διαδικασία ανοικοδόμησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου αφού σε αντίθεση με την παρελθοντική συνθήκη των ‘‘κοινωνικών απολαβών’’, είτε με τη μορφή του κοινωνικού κράτους, είτε πιο πρόσφατα με την κοινωνική φενάκη των αθρόων δανειοδοτήσεων από τις τράπεζες, πλέον τα αφεντικά δεν έχουν τίποτα για να υποσχεθούν. Γι’ αυτό και η διαχείριση της κρίσης θα εκπονηθεί μέσω της μονοπωλιακής κρατικής βίας. Μέσω της βίαιης κοινωνικής υπόκυψης στην αδηφαγία του κεφαλαίου. Είναι προφανές ότι η χρεωκοπία του Ελληνικού κράτους είναι αναπόφευκτη. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα έχει ήδη χρεοκοπήσει απλά ο χρόνος ανακοίνωσης της έχει μετατεθεί στο άμεσο μέλλον με βασικό σκοπό τη διάσωση των κεφαλαίων απ’ τις ντόπιες και ξένες τράπεζες. Μια ακαριαία κατάρρευση της Ελλάδας δε θα ήταν συμφέρουσα για την οικονομία της Ε.Ε. αφού αυτή θα σήμαινε μια απότομη απώλεια κερδών των ευρωπαϊκών τραπεζών που κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού χρέους. Όμως τα αφεντικά γνωρίζουν καλά ότι τα μέτρα της κοινωνικής λεηλασίας που εφαρμόζονται, μέχρι την ανακοίνωση της χρεοκοπίας ήδη εγείρουν, έστω και σε εμβρυακή μορφή, ένα σύνολο κοινωνικών αντιστάσεων , ενώ η επερχόμενη χρεοκοπία που θα οριστικοποιήσει την κοινωνική κατάρρευση που αυτή τη στιγμή προετοιμάζουν, θα λειτουργήσει ακόμη πιο εμπρηστικά για μια κοινωνική αναταραχή που ίσως να μην έχει προηγούμενο. Γι’ αυτό και η θωράκιση του κράτους που παίρνει τη μορφή οχύρωσης και επιβολής ενός φασιστικού καθεστώτος αποτελεί ένα θεμελιώδες πολιτικό διακύβευμα αφού η κατασταλτική προέλαση αποτελεί το εχέγγυο για την απρόσκοπτη εδραίωση του νέου καπιταλιστικού κόσμου. Η ποινικοποίηση των απεργιών, η κατάργηση του συνδικαλισμού, η αναβάθμιση του τρομονόμου με ευέλικτους όρους που αφορούν πολλούς πέρα απ’ τους «στιγματισμένους τρομοκράτες», ο εκσυγχρονισμένος υπερεξοπλισμός των μπάτσων, η κατάργηση του ασύλου είναι οι στιβαροί βηματισμοί για τον εκφοβισμό των αντιστάσεων. Και είναι που τώρα η διαταγή γίνεται ακόμα πιο σαφής: όποιος αντιστέκεται θα φυλακίζεται ή θα πεθαίνει.

II. Χτυπώντας εμάς επιδιώκουν να σπείρουν το φόβο σε όσους ήδη σκέφτονται και είναι έτοιμοι να πράξουν.

Μέσα στη διαδικασία εμπέδωσης της διαταγής αυτής συμπεριλαμβάνουμε και τη δικιά μας ιστορία όταν εδώ και ένα χρόνο βρισκόμαστε 4 σύντροφοι κατηγορούμενοι και 2 από εμάς προφυλακισμένοι, χωρίς κανένα επιβαρυντικό στοιχείο, για τη ληστεία της Εθνικής τράπεζας Ψαχνών Ευβοίας. Στις 17/09/10 στην περιοχή Πανοράματος Ευβοίας μπάτσοι μας προσαγάγουν για μια απλή, όπως και οι ίδιοι μας διαβεβαιώνουν κατά τη μεταφορά μας στο τμήμα, εξακρίβωση στοιχείων. Ενώ λοιπόν κατά τον έλεγχο που έγινε τόσο σ’ εμάς όσο και στο αυτοκίνητό μας δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να μας συνδέει με τη ληστεία που είχε γίνει το ίδιο πρωί, και ενώ οι μπάτσοι εξακολουθούσαν να μας καθησυχάζουν λέγοντάς μας πως πρόκειται για μια απλή προσαγωγή, ξαφνικά όλα αντιστρέφονται. Και από την αναμονή μας για να αφεθούμε ελεύθεροι έπειτα μετά από μια τυπική διαδικασία εξακρίβωσης στοιχείων, ξαφνικά το κλίμα επισημοποιείται και οι μπάτσοι ξεκινούν τις ανακρίσεις επικεντρώνοντας στο παρελθόν μας. Το γεγονός ότι και οι τρείς που είχαμε αρχικά προσαχθεί έχουμε φάκελο για παλαιότερες συλλήψεις κατά τη διάρκεια καταλήψεων αλληλεγγύης αλλά και γενικευμένων συγκρούσεων με την αστυνομία, ήταν αρκετό για να θέσει σε κίνηση τη διαδικασία της κατ’ επείγουσας ενοχοποίησής μας. Έτσι, μετά την εξακρίβωση της πολιτικής μας ταυτότητας οι μπάτσοι μας μετέφεραν εσπευσμένα στην ασφάλεια Χαλκίδας όπου εκεί ξεκινά να εκπονείται η μεθόδευση της ενοχής μας χρησιμοποιώντας το παραδοσιακό κατασκευαστήριο στοιχείων της αστυνομίας. Αφού λοιπόν δεν υπήρχε τίποτα το απτό που να μας συνδέει με τη ληστεία στα Ψαχνά, επιστρατεύονται από τους μπάτσους οι καλοθελητές ρουφιάνοι που με τις κατευθυνόμενες μαρτυρίες τους μας εμπλέκουν με την υπόθεση. Οι μαρτυρίες τους ακόμα κι αν ήταν ατσούμπαλα αντιφατικές και εξόφθαλμα χειραγωγήσιμες, αφού είχαν να κάνουν με αναγνωρίσεις ρολογιών, ετικετών, σωματότυπων και άλλων, φάνηκε πως ήταν αρκετές για τις δικαστικές αρχές ώστε να διατάξουν την προφυλάκιση για δύο από εμάς και τους περιοριστικούς όρους για την τρίτη συντρόφισσα. Η ανακοίνωση της σύλληψης μας έδωσε, όπως είναι πλέον σύνηθες, τροφή για μια σειρά ανυπόστατων δημοσιευμάτων στις εφημερίδες για υποτιθέμενη εμπλοκή μας σε «τρομοκρατικές» οργανώσεις και στο περίφημο επαναστατικό ταμείο. Εφ’ όσον δηλαδή τα πραγματικά στοιχεία δεν επαρκούσαν, ήταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ενοχής που έπρεπε με κάθε τρόπο να δημιουργηθεί γύρω από τα πρόσωπα μας ώστε να αιτιολογηθεί η δίωξή μας. Στην ουσία δηλαδή είναι η ίδια η πολιτική μας θέση σαν αναρχικοί που αυτή τη στιγμή στοχοποιείται και τελικά μετατρέπεται σε απόλυτο τεκμήριο ενοχής όταν τα στοιχεία δεν επαρκούν.

Το Μάιο του 2011 καλείται από τον ανακριτή Χαλκίδας ο σύντροφος Βένος Πολυκρέτης για να καταθέσει κι αυτός σαν κατηγορούμενος για τη ληστεία των Ψαχνών. Όμως πέρα του γεγονότος ότι ο σύντροφος βρέθηκε κατηγορούμενος επειδή είχε καταγραφεί από κάμερα την προηγούμενη μέρα της ληστείας(16/9) να περνά μαζί με τους συντρόφους Μαρία Οικονόμου και Μιχάλη Τραϊκάπη απ’ τα διόδια Αφιδνών, κάτι που για τις αρχές αποτέλεσε ένδειξη συμμετοχής του στη ληστεία, το πλέον αξιοσημείωτο της κλήσης του συντρόφου στον ανακριτή είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτή συνέβη. Μια νέα τακτική φαίνεται πως εγκαινιάζεται όταν οι μπάτσοι που γνώριζαν πολύ καλά το ανυπόστατο των κατηγοριών αλλά ταυτόχρονα επιθυμούσαν διακαώς τη σύλληψη του συντρόφου Βένου Πολυκρέτη, αφού εδώ και καιρό φωτογραφίζεται διαρκώς από τους κυπατζίδες αστυνομικούς συντάκτες των εφημερίδων σαν ύποπτος για τα πάντα, δεν απέστειλαν, όπως έχουν την υποχρέωση να κάνουν, την κλήση στο σπίτι του συντρόφου αλλά την υπέκρυψαν εντέχνως. Η τακτική της απόκρυψης είναι μια υπό δοκιμή ύπουλη τεχνική αφού η εν αγνοία τους απουσία των συντρόφων από τα γραφεία των ανακριτών μπορεί να σημαίνει και την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης εναντίον τους, δημιουργώντας έτσι ένα επιβαρυντικό τετελεσμένο. Τελικά, πέρα από την κατά τύχη ενημέρωση του συντρόφου για την κλήση και την έγκαιρη παρουσία του στον ανακριτή και πέρα απ’ την παράθεση συγκεκριμένων άλλοθι για τη μέρα της ληστείας, ο σύντροφος παραμένει σήμερα κατηγορούμενος για τη συγκεκριμένη υπόθεση.

Όμως η ιστορία μας δεν τελειώνει εδώ, αφού στις 28/07/2011 και πάλι κατά τύχη, με τους μπάτσους να επαναλαμβάνουν την ίδια τακτική της υπόκρυψης κλήσεων, ο σύντροφος Αλέξανδρος Κόσσυβας, που είναι ήδη προφυλακισμένος για την υπόθεση της ληστείας των Ψαχνών, ενημερώνεται ότι κατηγορείται για ακόμα μια ληστεία που έγινε τον Μάρτιο του 2010 στην εθνική τράπεζα Σχηματαρίου και ενώ ο σύντροφος παρουσιάζεται στις 2 Αυγούστου στον ανακριτή Θηβών για να παραταθεί για νέα κακοστημένη δικογραφία εναντίον του, ο ίδιος ο ανακριτής τον ενημερώνει ότι έχει αποσταλεί κλήση και για την έταιρη κατηγορούμενη της υπόθεσης των Ψαχνών, τη συντρόφισσα Μαρία Οικονόμου. Οι εκ νέου αποκρύψεις κλήσεων και η επίσημη απάντηση των μπάτσων στον ίδιο τον ανακριτή Θηβών ότι η Οικονόμου είναι αγνώστου κατοικίας, την ίδια στιγμή που η συντρόφισσα δίνει το παρών στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής της μια φορά το μήνα, είναι ενδεικτικό των νέων μεθοδεύσεων της αστυνομίας. Γίνεται λοιπόν ξεκάθαρη η κατ’ εξακολούθηση πρόθεση των μπάτσων να δημιουργήσουν ενοχοποιητικά τετελεσμένα όταν εν αγνοία μας μας μετατρέπουν σε υπόπτους φυγής εκβιάζοντας έτσι τις προφυλακίσεις σε υποθέσεις με ανύπαρκτα ενοχοποιητικά στοιχεία. Ακριβώς αυτή η παντελής έλλειψη στοιχείων, και παρά τις μεθοδεύσεις των μπάτσων, δε μπόρεσε τελικά να οδηγήσει στην προφυλάκιση της συντρόφισσας Μαρίας Οικονόμου ούτε σε μια εκ νέου προφυλάκιση του ήδη κρατούμενου συντρόφου Αλέξανδρου Κόσσυβα, όμως και οι δυο παρέμειναν κατηγορούμενοι αναμένοντας μια δίκη παρωδία. Και πως αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η δίκη τους όταν ουσιαστικά οι κατηγορίες τους βασίζονται στις μαρτυρίες ενός εμμονικού ρουφιάνου που κατά τη διάρκεια των τριών καταθέσεων που δίνει προσθέτει διαρκώς νέα αντιφατικά στοιχεία καθ’ υπόδειξη των διωκτικών αρχών που όλως τυχαίως είναι οι ίδιοι μπάτσοι της ασφάλειας Χαλκίδας που μας ενοχοποίησαν και για τη ληστεία των Ψαχνών. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι η δικογραφία για τη ληστεία του Σχηματαρίου σχηματίστηκε απ’ την ασφάλεια Χαλκίδας στις 24/09/2010 την ημέρα δηλαδή που προφυλακίζονταν οι σύντροφοι Αλέξανρος Κόσσυβας και Μιχάλης Τραϊκάπης για τη ληστεία των Ψαχνών. Προφανώς λοιπόν οι μπάτσοι της Χαλκίδας επιχείρησαν την ταυτόχρονη «διαλεύκανση» δύο ληστειών προσδοκώντας εύσημα μιας διπλής “επιτυχίας”. Το γεγονός ότι η δικογραφία για τη ληστεία του Σχηματαρίου παρέμενε στο συρτάρι του ανακριτή για δύο μήνες και για 10 μήνες στην ασφάλεια Χαλκίδας, ίσως είναι ενδεικτικό για το ότι όλο αυτό το διάστημα οι μπάτσοι προσπαθούσαν μάταια να μας εμπλέξουν σε άλλες υποθέσεις. Και αφού οι προσπάθειές τους δεν τελεσφόρησαν, έπαιξαν το τελευταίο χαρτί της δίωξή μας με μια πρωτοφανώς κακοστημένη σκευωρία. Όμως για τους μπάτσους ίσως να μην έχει τόσο σημασία πια η έκβαση της υπόθεσης Σχηματαρίου όσο το γεγονός ότι εν όψει του δικαστηρίου μας στις 18 Οκτώβρη για τη ληστεία των Ψαχνών, τα “ανεπίσημα” διαβιβαστικά που θα ενημερώσουν τους δικαστές μας για μια ακόμα υπό εκκρεμότητα υπόθεση εναντίον μας, θα ενισχύσουν τη διαμόρφωση ενός προφίλ περί επιδρομέων των επαρχιακών τραπεζών, στην προσπάθειά τους να χειραγωγήσουν την έκβαση της δίκης μας.

ΙΙΙ. Αιχμάλωτοι πολέμου ή θύματα της καταστολής;

Όλα τα παραπάνω δε θα θέλαμε να γίνουν μια ουδέτερη παράθεση γεγονότων. Γιατί όχι μόνο δε θεωρούμε την υπόθεσή μας σα μια αποκομμένη πληροφορία, αλλά αντιθέτως την εντάσσουμε στο σημερινό πλαίσιο του κατασταλτικού ολοκληρωτισμού. Στο πλαίσιο δηλαδή της εντεινόμενης κρατικής βίας ως τον απόλυτο ρυθμιστή της κοινωνικής εκπειθάρχησης, ως το πρελούδιο του νέου καπιταλιστικού κόσμου. Όμως ακριβώς επειδή τα επιμέρους γεγονότα, όπως η υπόθεσή μας, αποτελούν σημεία σταδιακής ανίχνευσης και ανάλυσης της κατασταλτικής στρατηγικής στην περίοδο της κρίσης, ο τρόπος διαχείρισής τους αποτελεί και μια ιδιαίτερη πολιτική ευθύνη. Είναι λοιπόν στην εποχή της απόλυτης κρατικής βίας που το διακύβευμα παίρνει ιστορικό χαρακτήρα. Θα οργανώσουμε αντιστάσεις ή θα ξεπέσουμε στην πολιτική αυτοχειρία του φόβου; Είναι δεδομένο για εμάς ότι το επίδικο στις σαθρές διώξεις αγωνιστών δεν επικεντρώνεται μόνο στα φυσικά πρόσωπα των κατηγορούμενων αλλά διαστέλλεται στο σύνολο των αντιστεκόμενων. Γιατί πρέπει σήμερα οι αντιστεκόμενοι να κατακερματιστούν και να νοιώσουν μόνοι και αδύναμοι απέναντι στην απεραντοσύνη της καταστολής. Γιατί ο θρίαμβος της υποταγής θα επιτευχθεί μέσω της διάχυσης της υποτιθέμενης παντοδυναμίας του κράτους, μέσω της εξατομικευμένης εσωτερίκευσης του φόβου. Η διαχείριση των υποθέσεων σκευωρίας εμπεριέχουν τον κίνδυνο πολιτικού αυτοακρωτηριασμού όταν αντί να μπαίνουν σ’ ένα οργανωτικό πλαίσιο για την κινηματική αυτοπροστασία, περιορίζονται στην καταγγελτική –αδιέξοδη αναπαραγωγή των μεθοδεύσεων εναντίον μας.

Όμως το ανάθεμα δεν αντικαθιστά την οργάνωση, οι καταγγελίες δεν αλλάζουν τον κόσμο. Έχει παρέλθει οριστικά η εποχή των προσχημάτων. Και όποιος σήμερα εξακολουθεί να μην κατανοεί τη συγκυρία με όρους πολέμου είναι εκ των προτέρων ηττημένος. Από την πρώτη στιγμή της σύλληψής μας είχαμε πει ότι δεν αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως θύματα ακριβώς γιατί θεωρούμε πως ο πόλεμος βρίσκεται σε όξυνση και ο καθένας μας πρέπει να πάρει θέση μέσα σ’ αυτόν. Αιχμάλωτοι πολέμου ή θύματα της καταστολής;

Ο καπιταλισμός αυτήν τη στιγμή μπορεί να κλυδωνίζεται όμως σε καμία περίπτωση δε θα πέσει από μόνος του. Είναι άλλωστε γνωστό ότι οι προελάσεις του κεφαλαίου σε συνθήκες κρίσης μπορούν να το βγάλουν ακόμα πιο ισχυρό. Όμως οι προελάσεις αυτές δε μπορούν ποτέ να συμβαίνουν αναπάντητα. Γιατί η αντίσταση δεν είναι σήμερα ζήτημα άποψης αλλά ζήτημα ζωής. Και όλοι εμείς μέσα και έξω από τις φυλακές πρέπει όντας οργανωμένοι να αφουγκραστούμε τις κοινωνικές ζυμώσεις που η ίδια η κρίση υποδαυλίζει. Η εποχή της υποτίμησης κυοφορεί μέσα της και την ελπίδα. Και είναι οι μέρες αυτές που ανήκουν σ’ αυτήν την εποχή αφού το σύστημα απογυμνώνεται από τις ωραιοποιήσεις του και οι κοινωνίες έρχονται κατάματα με την αλήθεια: η οικονομική και κατασταλτική λεηλασία στη συγκυρία της κρίσης δεν είναι παρεκκλίσεις του καπιταλισμού αλλά η ίδια η εν γένει βία του συστήματος σε επιταχυνόμενη μορφή. Και αφού η αλήθεια δε γεννά μόνο σκλαβιά αλλά και ελπίδες, ήρθε ο καιρός να μιλήσουμε για τη δικιά μας. Να μιλήσουμε για την αναγκαιότητα οργάνωσής μας και για τη δυνατότητα μιας επαναστατικής προοπτικής σαν αυτή που θα δώσει την οριστική έξοδο από την κρίση, σαν αυτή που θα οριστικοποιήσει το τέλος του αβάσταχτου καπιταλιστικού κόσμου.

“Η ιστορική αλλαγή συντελείται διαμέσου των ανθρώπων που κάνουν τη δική τους ιστορία”

Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς

Αλέξανδρος Κόσσυβας, Μιχάλης Τραϊκάπης
(πολιτικοί κρατούμενοι Α’ πτέρυγα Κορυδαλλού)
Μαρία Οικονόμου, Βένος Πολυκρέτης

πηγή:ιντιμεντια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *