Γράμμα αλληλεγγύης του πατέρα του πολιτικού κρατούμενου Γιάννη Σκουλούδη.

«(Η ‘τρομοκρατία’ ως πράξη αθωότητας…) Από πότε 20 χρονών παιδιά λέγονται τρομοκράτες; Το να σε βαφτίζουν χριστιανό στα 2 και τρομοκράτη στα 22, το να σε επαινούν που διάβαζες εξωσχολικά βιβλία και τώρα να τα προσκομίζουν ως αποδεικτικά στοιχεία εναντίον σου, το να σου φοράν λευκά πουκάμισα στην παρέλαση και τώρα άσπρα αλεξίσφαιρα στα δικαστήρια…» Οι σκέψεις δικές σας…
Έχουν περάσει 7 μήνες από την ημέρα που συνέλαβαν τον γιό μου Γιάννη Σκουλούδη για τον εμπρησμό οχημάτων της ΔΕΗ. Η ανάληψη της ευθύνης για την δράση αυτή από τον ίδιο έφερε σαν αποτέλεσμα την προφυλάκιση του στο σωφρονιστικό κατάστημα νέων Αυλώνα όπως θέλει να αποκαλεί το κράτος αυτά τα σύγχρονα κολαστήρια ανθρώπινων ψυχών.
Βλέποντας τον πόλεμο να οξύνεται όλο αυτό το διάστημα αισθάνθηκα την ανάγκη να χαιρετήσω, θέλοντας να δώσω δύναμη και κουράγιο, όλους όσους στάθηκαν δίπλα του, όσους αντιστέκονται, αγωνίζονται και συνεχίζουν να μάχονται εντός και εκτός των τειχών κόντρα σε αυτό το σάπιο σύστημα που μας θέλει δούλους. Κόντρα στο σκύψε, γλύψε και άρπαξε απ’όπου μπορείς. Κόντρα στον καθωσπρεπισμό, την παραμύθα του βολέματος και του σύγχρονου τρόπου ζωής που σαν υπέρτατο ιδανικό πλασάρει την ησυχία, την τάξη και την ασφάλεια.
Από την δική μου πλευρά σαν γονιός είμαι περήφανος για τον γιό μου και την στάση του αλλά και για όλα τα άλλα παιδιά που αγωνίζονται για την ελευθερία της σκέψης και του ατόμου.
Και λίγα λόγια για τους γονείς. Φέραμε στον κόσμο τα παιδιά μας, τα μεγαλώσαμε και ήρθε η ώρα να τα αφήσουμε να μας οδηγήσουν στο μέλλον. Ας μην προσπαθούμε άλλο να τα κρατήσουμε δεμένα στο παρελθόν. Ας σταθούμε δίπλα τους στα οδοφράγματα και ας μάθουμε εμείς τώρα από αυτά.
Στέλνω την αλληλεγγύη μου σε όλους τους πολιτικούς κρατούμενους αλλά και σε όλους αυτούς που εκτός των τειχών συνεχίζουν να αγωνίζονται επιλέγοντας τον δύσκολο δρόμο προς την απόλυτη ελευθερία.

Σκουλούδης Γιώργος
5 Μάη 2011

πηγή: indymedia

Аνοιχτή επιστολή του Χρήστου Τσάκαλου από τις φυλακές Κορυδαλλού, σχετικά με τη στάση του και τις διωκτικές διαδικασίες :

Στις 27 Απριλίου, ο Χρήστος Τσάκαλος , κατηγορούμενος για την υπόθεση των ΣΠΦ με την αναβαθμισμένη κατηγορία του διευθυντικού στελέχους, μεταφέρθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, μετά από κλήση για εμφανιση στο δικαστικό συμβούλιο, όπου αρνήθηκε να παρουσιαστεί.

 

Δημοσιοποιείται η παρακάτω επιστολή του από τις φυλακές Κορυδαλλού, σχετικά με τη στάση του και τις διωκτικές διαδικασίες :

 

Σήμερα, λοιπόν, Τέταρτη, 27 Απριλίου, ανακοινώνω επίσημα προς τις δικαστικές αρχές, να μην με «ξαναενοχλήσουν» με τις διαρκώς επαναλαμβανόμενες κλήσεις τους για παρουσία μου στην ανακριτική διαδικασία, γιατί θα εισπράττουν την κάθετη Άρνηση και έμπρακτη περιφρόνηση μου.

Δεν υπάρχει ούτε ενα χιλιοστό διαλόγου να μοιραστώ με τους δικαστές μου.

Όπως έχω δηλώσει επανειλημμένα ενώπιον τους , δεν αναγνωρίζω τη διαδικασία τους και αρνούμαι να τη νομιμοποιήσω ηθικά και πολιτικά με την παρουσία μου. Έχω καθαρή τη συνείδησή μου και δεν απολογούμαι σε αξιωματούχους του κράτους.

Οι μόνοι που θα κρίνουν τις πράξεις μου είναι ο εαυτός μου, οι επαναστατημένοι άνθρωποι που επιλέγουν να εμπλακούν στο “έγκλημα” της ελευθερίας και η ίδια η ιστορία.

Αρνούμαι να παρευρεθώ μπροστά τους , σιδεροδέσμιος με τη συνοδεία των θρασύδειλων κουκουλοφόρων των ΕΚΑΜ και της Αντιτρομοκρατικής, για να συμμετέχω στη φάρσα που έχουν στήσει.

Δεν θα φανώ συνεπής λοιπόν σε αυτά τα στημένα ραντεβού.

Αντίθετα η δικαστική μαφία ας προετοιμάζεται για τα δικά της ραντεβού με τον ιστορικό προορισμό της. Γιατί αυτοί είναι οι καιροί, που εκτός από τα χρήματα και τι προαγωγές σε ανώτερα αξιώματα που λαμβάνουν, η ανταμοιβή για τους δικαστικούς λειτουργούς μπορεί να είναι μία δυνατή βροχή από σφαίρες ή μια ισχυρή βόμβα στο αυτοκίνητο τους. Κι αυτό δεν είναι απειλή, απλά μια υπενθύμιση γεγονότων που μπορεί να συμβούν.

 

Παρόλα αυτά με αφορμή τη δημόσια άρνησή μου να συνδιαλλαγώ με τους δικαστικούς αξιωματούχους, θέλω να πω δυο λόγια για τη δικαστική γάγγραινα που επιδιώκει να προσβάλλει ως επιδημία τους αντιεξουσιαστικούς κύκλους.

Παρακολουθώντας κανείς την πορεία των ανακρίσεων φτάνει στο αυτονόητο. Η δικαστική εξουσία λειτουργεί για το κράτος, όπως η Ιερά εξέταση για τη χριστιανική εκκλησία του μεσαίωνα.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πλέον για τις δίκες που έρχονται ότι δεν είναι απλά δίκες εναντίον μιας επαναστατικής οργάνωσης, όπως η Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς, αλλά πρόκειται για τη δικαστική δίωξη ενός ολόκληρου κομματιού της συγκρουσιακής τάσης του αντιεξουσιαστικού χώρου.

Αυτές τις διώξεις τις υπαγορεύει η αστυνομική βούληση του Κράτους, κατασκευάζοντας συχνά εξωφρενικές σκευωρίες σε βάρος αναρχικών αγωνιστών και έχοντας σκοπό να ποινικοποιήσουν το πιο ενεργό στοιχείο των ανατρεπτικών κύκλων.

Είναι μια διαδικασία αναχαίτισης των πιο μαχητικών και επικίνδυνων στοιχείων, ώστε να εμποδιστεί η διαρκής κινητικότητά τους και η πιθανή τους σύνθεση – σύνδεση με τις απρόβλεπτες καταστάσεις που θα προκληθούν εν όψει της κοινωνικής -οικονομικής κρίσης.

Για να πετύχει τους σχεδιασμούς του, το Κράτος έχει βαλθεί να αποδείξει ότι υπάρχει ένα ένοπλο δίκτυο αναρχικών που, είτε συνδέεται με την ε.ο. Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, είτε συγκροτεί αυτόνομες «ανώνυμες» τρομοκρατικές οργανώσεις, δίχως όμως πράξεις στο ενεργητικό τους, (υπόθεση των Θεσσαλονικιών Συντρόφων Δ.Δημτσιάδη, Μ.Τσιλιανίδη, Φ.Φέσσα, Σ.Τζίφκα, υπόθεση των 6 του Δεκέμβρη).

Μάλιστα οι δικαστικές αρχές, φτάνοντας στο απόγειο της παροχής υπηρεσιών στο κράτος, δεν διστάζουν να προφυλακίσουν τον αναρχικό Δημήτρη Χατζηβασιλειάδη για απλή οπλοκατοχή (συνελήφθη σε τυχαίο έλεγχο έχοντας μαζί του 2 πιστόλια) «μαντεύοντας» την πρόθεσή του να τα χρησιμοποιήσει «στην τέλεση τρομοκρατικών πράξεων».

Η κατάφορη αλήθεια είναι πώς η προφυλάκισή του αποφασίστηκε εξαιτίας των αναρχικών του πεποιθήσεων που βρίσκονταν ήδη φακελωμένες, από προηγούμενη σύλληψή του, στο διαβιβαστικό της ασφάλειας.

Όμως, η δικαστική σφαγή δεν σταματά εκεί. Το εισαγγελικό σύνδρομο εποχής που διαπνέει τους δικαστικούς λειτουργούς σαρώνει όλο το κοινωνικό φάσμα επαφών των κατά παραγγελία «υπόπτων τρομοκρατών». Φίλοι και προσωπικές σχέσεις των κατηγορούμενων συλλαμβάνονται, φωτογραφίζονται και τελικά προφυλακίζονται και οι ίδιοι (Δ.Μιχαήλ, Σ.Αντωνίου, υπόθεση των 6 του Δεκέμβρη).

Φυσικά παρόμοια τύχη επιφυλάσσεται και τους γνωστούς και φίλους των μελών οργανώσεων και αναρχικών που αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη.

Οι τελευταίοι βλέπουν όλο και πιο συχνά κοντινά ή γνωστά τους πρόσωπα άσχετα με τις κατηγορίες που τους αποδίδονται , να συλλαμβάνονται, να κοσμούν εξώφυλλα εφημερίδων και άλλοτε να προφυλακίζονται (όπως ο αναρχικός Παναγιώτης Μασούρας και άλλα άτομα για την πρώτη υπόθεση τω Σ.Π.Φ. ο αντιεξουσιαστής Κ.Π. για τις τελευταίες συλλήψεις πάλι της Σ.Π.Φ., οι αναρχικοί Χριστόφορος Κορτέσης , Σαράντος Νικητόπουλος και Βαγγέλης Σταθόπουλος για την υπόθεση του Ε.Α. ο Κ.Σ. για την υπόθεση του αναρχικού Ράμι Συριανού).

Σαν να μην έφτανε αυτό ο δικαστικός ολοκληρωτισμός πραγματοποιεί άλλο ένα άλμα πιο ξεδιάντροπο και απ’ την αστυνομική αυθαιρεσία.

Σε μερικές περιπτώσεις, ακόμα κι αν δεν υπάρχουν ούτε καν φιλικές σχέσεις αυτές επινοούνται (περίπτωση του αναρχικού Χ.Πολίτη) ενώ σε κάποιες άλλες η σύμπτωση ενός επιθέτου (περίπτωση αναρχικής Φ.Μάγιερ) θα οδηγήσει τους σύγχρονους ντετέκτιβ Κλουζώ σε κωμικοτραγικές καταστάσεις σύγχυσης εμπλέκοντας τους σε απίθανα σενάρια γενεολογικής διασύνδεσης με την επαναστατική οργάνωση RAF.

Παράλληλα, όταν το ψέμα που συναγωνίζεται την αυθαιρεσία δεν είναι αρκετό, έρχεται η «βιτρίνα» της επιστήμης να επιβεβαιώσει το άλλοθι του κράτους (περίπτωση του αναρχικού Α.Σειρηνίδη που βρίσκεται προφυλακισμένος για τον πυροβολισμό εναντίον κλούβας των ΜΑΤ με αποδεικτικό στοιχείο το DNA που βρέθηκε σε μια μάσκα που περισυλλέχθηκε στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων).

 

Τέλος, ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε η «παλιά τέχνη γνώριμη» των κατασκευασμένων και διογκωμένων κατηγοριών, όπως η περίπτωση τω συντρόφων αδελφών Αναστασιάδη (υπόθεση Ναδίρ, Θεσσαλονίκη) και τα κατά φαντασίαν σενάρια ληστείας (περίπτωση Ψαχνών Ευβοίας με την πρωτότυπη σύλληψη ατόμων που κατηγορούνται για ληστεία, χωρίς να κατέχουν ούτε όπλα, ούτε χρήματα).

Φυσικά την επέλαση του διωκτικού πραξικοπήματος την προλειαίνει η εμπροσθοφυλακή του δημοσιογραφικού τηλε-δικαστηρίου. Αν δε υπήρχαν τα μήντια για να προετοιμάσουν το έδαφος, το δικαστικό σύστημα δε θα είχε καταφέρει να εφαρμόσει τόσο ξεδιάντροπα τη βαναυσότητά του, χωρίς να συναντήσει ως ανάχωμα έστω και τις «δημοκρατικές διαμαρτυρίες» των «προοδευτικών φορέων».

Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της σύλληψης των 6 του Δεκέμβρη. Οι υπάλληλοι του ψεύδους οργιάζουν μπροστά από τις κάμερες και μέσα στα τηλεοπτικά στούντιο ότι οι ύποπτοι (γι’ αυτούς ένοχοι) είναι μέλη της ε.ο. Σέχτας Επαναστατών.

Μάλιστα, την πρώτη μέρα δε δίστασαν να αναγνωρίσουν ως έναν από αυτούς τον καταζητούμενο και επικυρηγμένο σύντροφο Γ.Τσιρώνη (υπόθεση των «ληστών με τα μαύρα», όπου έχουν κατηγορηθεί επίσης, ο Μάριος Σεϊσίδης και ο αδελφός του Σίμος, ο οποίος πυροβολήθηκε πισώπλατα από τα γουρούνια της αστυνομίας και στη συνέχεια εξαιτίας του τραυματισμού του οι γιατροί του ακρωτηρίασαν το πόδι. Καλή δύναμη Σύντροφε!)

Όταν όλα αυτά αποδείχθηκαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας, οι δημοσιογράφοι είπαν «Κανένα πρόβλημα…» και ξανασέρβιραν μια καινούργια «αλήθεια» διασυνδέσεων με την ε.ο. Σ.Π.Φ. Μία σκηνοθετημένη αλήθεια που η κοινωνία των τηλεθεατών την χώνεψε (το ίδιο εύκολα όπως και τις προηγούμενες) , είπε «ευχαριστώ» και πήγε για ύπνο πιο ήσυχη από την προηγούμενη μέρα και πιο πειθαρχημένη για την επόμενη.

Πλέον , ότι δεν μπορεί να καταδικαστεί με πραγματικούς όρους καταδικάζεται με θεαματικούς στο καναλικό τελετουργικό θυσιαστήριο των μήντια. Σήμερα, μόνο μέσα στο γενικευμένο κλίμα έκτακτης ανάγκης που σκηνοθετούν οι δημοσιογράφοι μπορεί να στηθεί άνετο το «θέατρο της δικαιοσύνης».

Γιατί σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η δικαστική δίωξη δεν αναζητά «ένοχες» ατομικότητες , αλλά κυνηγά το γενικό φαντασιακό του συλλογικού Ενόχου, στοχοποιώντας τους αντιεξουσιαστικούς και ανατρεπτικούς κύκλους.

Η σύγχυση των κατηγοριών, το θολό νομικό πλέγμα εκδίκασης προθέσεων, οι προφυλακίσεις βάσει «πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων», τα αόριστα βουλεύματα σχηματοποιούν μια φόρμουλα που περιλαμβάνει τα πάντα. Οι δικαστικές αρχές είναι σαν να λένε: «Είσαι ένοχος σε κάθε περίπτωση…»

Εγώ λοιπόν προσωπικά, ως «συνειδητά ένοχος», έχοντας αναλάβει την ευθύνη για τη συμμετοχή μου στην ε.ο. Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, δεν περίμενα κάτι λιγότερο απ’ τους διώκτες μας. Σταλθήκαν αντάξιοι του μισθού τους και της αξιοπρέπειας τους.

Όταν μέσα από τη Σ.Π.Φ. εξαπολύσαμε έναν πόλεμο άνευ ορίων εναντίον της εξουσίας και των αξιωματούχων της, ήταν αναμενόμενο να επωμιστούμε από τον εχθρό μας μια ποινή άνευ προσχημάτων.

Όμως, αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα μιλήσω. Άλλωστε, δεν απευθύνομαι ούτε στους μικρούς δικτάτορες των εισαγγελικών αρχών, ούτε στις γραβατωμένες κοιλιές τω διευθυντών, ούτε στους πνευματικά ανάπηρους των αστυνομικών υπηρεσιών, ούτε καν σε μια κοινωνία που στη θέση της καρδιάς της έχει τοποθετήσει μια αρμαθιά από κλειδιά, κλειδιά του αυτοκινήτου, κλειδιά του σπιτιού κλειδιά της περίφραξης, κλειδιά της νόησης, κλειδιά του συναισθήματος, και κλειδώνει, κλειδώνει, κλειδώνει τους φόβους της, σιωπώντας στις οθόνες και χαμογελώντας στις βιτρίνες.

 

Απευθύνομαι στα ανυπότακτα και αδάμαστα πνεύματα της εποχής μας, στις μικρές μειοψηφίες που δεν υποκλίνονται, στα ελευθέρα σκεπτόμενα άτομα, στους επαναστατημένους ανθρώπους στους λύκους που γλύτωσαν από το κυνήγι.

Δεν πρέπει να αφήσουμε τον αγέρα να κοπάσει, γιατί μέσα μας χιλιάδες μικρές πυρκαγιές συνεχίζουν να πυρπολούν την ανταρσία μας.

Οι πράξεις μας πρέπει να μιλήσουν ακόμη πιο δυνατά, να φωνάξουν περισσότερο γιατί μόνος του «κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες, κανένας στίχος δε ανατρέπει καθεστώτα.»

Χρειάζεται αγώνας, αγώνας, αγώνας.

Αγώνας με φωνές και συνθήματα στις διαδηλώσεις, αγώνας με φλεγόμενες μολότοφ, αγώνας με πέτρες με μπογιές, αγώνας με όπλα, χειροβομβίδες και βόμβες, αγώνας με μολύβι, στυλό και βιβλία, αγώνας με εμπρησμούς και συνωμοσίες , αγώνας και πάντα αγώνας.

 

Τελειώνοντας να υπενθυμίσω στους διώκτες μας, ότι τη δικαιοσύνη τους την έχω γραμμένη στα παλιότερα των υποδημάτων μου. Γνωρίζω τις αποφάσεις των δικαστηρίων που δεν έχουν γίνει ακόμη και τα δεκάδες χρόνια που μας χρεώνουν. Γνωρίζω, αλλά δεν αποδέχομαι να σκύψω το κεφάλι απέναντι τους. Να είναι σίγουροι πως θα δοθούν σκληρές μάχες .

Όσο για τον χαρακτηρισμό μου τόσο από τα μήντια, όσο και από τους δικαστικούς αξιωματούχους, ως «διευθυντικό στέλεχος» της οργάνωσης, τους τον επιστρέφω στα μούτρα. Επειδή αυτοί έχουν μάθει να λειτουργούν με προϊσταμένους και υποτελείς, ας μάθουν πως η Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς δεν έχει ούτε διευθυντές ούτε ακολουθητές. Η μόνη μας αρχή είναι η συνείδηση μας.

 

Το παρόν κείμενο ας θεωρηθεί και ένα έναυσμα για το σκληρό και αδιαπραγμάτευτο αγώνα που θα δώσουμε για την επίτευξη της πολιτικής συστέγασης και τη δημιουργία πολιτικών κολεκτίβων μέσα στη φυλακή.

Διαπιστώνουμε πως ο δημοκρατικός ολοκληρωτισμός εξαπολύει κάποιες από τις επιθέσεις του συγκαλυμμένες σαν μια σιδερένια γροθιά μέσα σε βελούδινο γάντι.

Ήδη εμείς τα μέλη της Σ.Π.Φ. αλλά και άλλοι σύντροφοι βιώνουμε το εξευγενισμένο καθεστώς της σύγχρονης «πολιτικής απομόνωσης», καθώς βρισκόμαστε διασκορπισμένοι σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, Κέρκυρα, Κομοτηνή Γρεβενά, Μαλανδρίνο, Δομοκό, Θήβα, Τρίκαλα, Κορυδαλλό.

Οι περισσότεροι από εμάς έχουν τοποθετηθεί σε πτέρυγες προστασίας, (εκεί φιλοξενούνται τα πιο άθλια υποκείμενα της φυλακής, οι ρουφιάνοι και οι βιαστές) ,ώστε είτε να χάσουμε οποιαδήποτε κοινωνική επαφή, είτε να φορτωθούμε πειθαρχικά, ξυλοφορτώνοντας κάποιο από αυτά τα ανθρώπινα σκουπίδια που έχουμε για συγκρατούμενους.

Φυσικά δεν ξεχνάω και το καθεστώς απομόνωσης που υφίστανται τα μέλη του Ε.Α. στην ΣΤ πτέρυγα Κορυδαλλού και η στήριξη μου είναι αυτονόητη πέρα και έξω από τις πολιτικές διαφωνίες που υπάρχουν.

Αυτός ο αγώνας για το σπάσιμο κάθε απομόνωσης και για τη συγκρότηση πολιτικών κολλεκτίβων στέγασης είναι το πρώτο βήμα για μια μακρά πορεία προς τις απροσδιόριστες πτυχές της ανταρσίας.

 

Κλείνοντας θα «κλέψω» μερικά δανεικά λόγια:

«Κι οι δικαστές , μόλις εκείνος μπήκε, έσκυψαν και κάτι μίλησαν μεταξύ τους. Και τότε τον ερώτησαν: Είσαστε πολλοί; Και αυτός κανείς δε ξέρει αν από σύμπτωση ή ίσως για να απαντήσει έδειξε έξω από το παράθυρο το πλήθος. Κι οι δικαστές φώναξαν: τι χρείαν έχομεν άλλων μαρτύρων; Και θυμήθηκαν τότε, πως τούτος ο λόγος είχε κάποτε πριν πολλά χρόνια ξανά ειπωθεί. Και τους πήρε φόβος μεγάλος.»

 

Αφιερωμένο στα αδέλφια μου, τους συντρόφους της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς, Γ.Τσάκαλο, Ο.Οικονομίδου, Π.Αργυρού, Γ.Πολύδωρο, Μ.Νικολόπουλο, Χ.Χατζημιχελάκη, Νικολόπουλο, Δ.Μπολάνο.

Στέλνω επίσης το συντροφικό χαιρετισμό μου στους παλιούς συντρόφους της F.A.I. και στους μεξικάνους αναρχικούς του F.L.T. (E.L.F.),

Παραμένω με τη σκέψη μου δίπλα στους συντρόφους στη Χιλή που πραγματοποιούν απεργία πείνας για την «υπόθεση βόμβες».

 

ΖΗΤΩ Η ε.ο. ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΠΥΡΗΝΩΝ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ

ΖΗΤΩ η ΑΤΥΠΗ ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ – ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

 

Τσάκαλος Χρήστος

Μέλος της ε.ο. Σ.Π.Φ.

 

27 Απριλίου 2011

Παρέμβαση του Δ. Κουφοντίνα στο αντιτρομοκρατικό φεστιβάλ

Κι όπως στις παλιές λαϊκές γιορτές αρχινούσαν μ’ ένα μοιρολόι, τιμή σ’ αυτούς που έφυγαν, θα μνημονεύσω πρώτα τους νεκρούς των παλιών, των καινούργιων και των πρόσφατων αγώνων. Αυτούς που έπεσαν στις φυλακές, στους τόπους των βασανιστηρίων. Τους εξαφανισμένους, που ποιος ξέρει πού, σε ποιο κομμάτι της στεριάς ή της θάλασσας κείτονται οι σοροί τους. Αυτούς που έπεσαν στη σύγκρουση στο δρόμο, στη μάχη με την καταστολή. Απ’ όποιο ιδεολογικό μετερίζι κι αν πάλεψαν: «Οι νεκροί δεν έχουν έμβλημα –είναι το έμβλημα», έλεγε ένας παλιός, που τον τιμούμε γι αυτό που υπήρξε. Είναι η κοινή μας κληρονομιά, κοινό σημείο αναφοράς, ώθηση για συνέχιση του αγώνα, μ’ όποιες μορφές πάρει στο γύρισμα των κύκλων.

Θα χαιρετίσω έπειτα τη ζωντανή μας ιστορία, τους συντρόφους που ήρθαν από μακριά, την Ίρμα Λέιτες από το MLN-Τουπαμάρος, τον Γκαμπριέλ Σαέζ  Το τορικαγκουένα από την ΕΤΑ και τον Αντρέας Φόγκελ από τη 2η Ιούνη, οργανώσεις και κινήματα –πηγές έμπνευσης για μας. Που επέζησαν, γλίτωσαν από τα νύχια του κράτους, τις παρακρατικές συμμορίες, τους GAL, τα τάγματα θανάτου, τα βασανιστήρια, τις πτέρυγες της απομόνωσης. Επέζησαν όμως με αξιοπρέπεια, δεν πρόδωσαν, δεν απαρνήθηκαν αυτό που υπήρξαν, δεν ξεπουλήθηκαν, δεν έγιναν κοινωνικοί αποσβεστήρες των απελευθερωτικών δονήσεων. Συνεχίζουν τον αγώνα, με όποιες μορφές επιβάλλει η σημερινή συγκυρία, πεισματάρηδες, αντικρίζουν τη νέα πραγματικότητα όπως λέει ο Ταμπέρο: «με τα παλιά γυαλιά των Τουπαμάρος, με τα παντοτινά χρώματα του κόκκινου και του μαύρου».

Τους καλωσορίζουμε σε έναν τόπο όπου η συλλογική μνήμη κρατά χρόνια τώρα θέση ακριβή για τους πολιτικούς κρατούμενους. Τους ακούσαμε και θα τους ακούσουμε να μιλούν για τις θετικές και τις αρνητικές εμπειρίες, για τις νίκες και τις ήττες τους. Γιατί και οι επιτυχίες και οι αποτυχίες είναι κομμάτια αδιάσπαστατης Ιστορίας μας, κι είναι το ίδιο λάθος να δοξολογούμε ή να θρηνούμε μόνο, είναι το ίδιο λάθος να αντιμετωπίζουμε λειψά την Ιστορία, να αποκόβουμε ή να συσκοτίζουμε κάποια πλευρά της, υπερπροβάλλοντας κάποια άλλη. Δεν διστάζουμε να βάλουμε το δάχτυλο «επί τον τύπον των ήλων», όχι για να πληγώσουμε ή για να πληγωθούμε, αλλά να βγάλουμε συμπεράσματα όχι μόνο από τις νίκες αλλά κι από τις ήττες, να διδαχτούμε από αυτές, για να ισχυροποιηθούν οι επαναστατικές δυνάμεις.

Όπως τολμούμε να παλεύουμε, τολμούμενα να νικάμε, έτσι τολμάμε να αναρωτιόμαστε σε περίπτωση ήττας μήπως τελικά δεν είναι μόνο «στραβός ο γιαλός», μήπως κι εμείς στραβά αρμενίζουμε. Οι σύντροφοι του Κινήματος 2 Ιούνη, της ΕΤΑ, η συντρόφισσα των Τούπας έχουν πολλά να πουν γι αυτό.

Ανήκω σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι έχουμε κοινωνικό πόλεμο. Ότι κυριαρχεί η αδικία, η οικονομική βία και η ολοένα εντεινόμενη καταστολή που τα διασφαλίζει. Ότι η λαϊκή αντιβία παραμένει στη φαρέτρα του κινήματος, στις οποίες και πιο διαφορετικές μορφές της, πάντα ποιοτικά διαφορετική από τη βία της εξουσίας. Ότι, όπως είπε ο Ζαν-Μαρκ Ρονιγιάν «ο ένοπλος αγώνας παραμένει απαραίτητοςσε κάποια στιγμή της επαναστατικής διαδικασίας». Ότι αποτελεί αποφασιστική συμβολή των αντάρτικων ότι έδειξαν πώς, απλοί αγωνιστές με απλά μέσα, μπορούν να αγωνιστούν αποτελεσματικά, ότι ο πανίσχυρος εχθρός δεν είναι ανίκητος. Συνυπογράφω ακόμη τα λόγια του Χόρχε Σαμπάλσα, για τον κίνδυνο να μετατραπεί η επαναστατική δράση σε ένα είδος πινγκ-πονγκ με την καταστολή, ερήμην των λαϊκών δυνάμεων. Ή όταν διακρίνει τη διπλή λειτουργία της ένοπλης δράσης, ως εργαλείου στρατηγικής φθοράς, αλλά και ως μέσου ιδεολογικής πάλης με στόχο την ανάπτυξη ενός πολιτικού κινήματος επαναστατικού χαρακτήρα, και τον κίνδυνο εκτροπής όταν οι ενέργειες χάνουν τη δυνατότητα να λειτουργούν ιδεολογικά. Όταν διαπιστώνει την αποκλίνουσα κατεύθυνση του MLN σε σχέση με αυτή του λαϊκού κινήματος, και την υιοθέτηση από τους Τούπας ανώτερης ταχύτητας από το ρυθμό ανάπτυξης του μαζικού κινήματος, ως αιτία της ήττας.

Σήμερα στις ελληνικές φυλακές βρίσκονται αιχμάλωτοι 51 γυναίκες και άνδρες πολιτικοί κρατούμενοι, που στη συντριπτική τους πλειονότητα αναλαμβάνουν την πολιτική τους ευθύνη, είτε υπερασπίζονται την οργάνωσή τους, είτε την ιδιαίτερη πολιτική τους ταυτότητα και δράση. Απέναντί τους έχει ξεκινήσει ήδη μια σειρά πολιτικών δικών. Η εξουσία διεξάγει ήδη την πρώτη δίκη αυτής της σειράς με τον δικό της αυταρχικό και εκδικητικό τρόπο, μια δίκη-πιλότο, δοκιμαστική εφαρμογή αυτών που έπονται. Μέσα σε εκκωφαντική σχεδόν σιωπή, και αυτό δεν είναι ακριβώς μια νίκη του κινήματος.

Στην Ελλάδα, αφενός ιστορικοί λόγοι, αφετέρου η πρακτική παλιότερων ένοπλων οργανώσεων και η δράση των παλιότερων κινήσεων αλληλεγγύης, καθώς και η συγκυρία της σημερινής κρίσης, έχουν δημιουργήσει ένα πολιτικο-ιδεολογικό κεφάλαιο συμπάθειας στους πολιτικούς κρατούμενους, το οποίο αποτελεί βάση για την ανάπτυξη συγκεκριμένου κινήματος αλληλεγγύης ενόψει των πολιτικών δικών, αλλά και αυτόνομη αξία-δείκτη που σηματοδοτεί συμβολικά βαθιές αντισυστημικές διαθέσεις. Το κεφάλαιο αυτό δεν πρέπει να χτυπιέται, να αναλίσκεται και να καταστρέφεται, με ευθύνη των απέξω, των εγκλείστων, και ενίοτε κάποιων που κινούνται από τις δύο μεριές του τοίχου και μιλούν εξ ονόματος των κρατούμενων, αλλά χρειάζεται να συνδεθεί, να διοχετεύεται όσο είναι δυνατόν σε ζωντανές πλευρές του κοινωνικού κινήματος.

Οι πολιτικοί κρατούμενοιείναι αιχμάλωτοι του κοινωνικού πολέμου, όμηροι της σύγκρουσης στα κοινωνικά σύνορα, προωθημένοι μαχητές για τα λαϊκά συμφέροντα. Γι αυτό, ως πολιτικοί κρατούμενοι, αντιμετωπίζουν παραδειγματικά το υψηλότεροεπίπεδο καταστολής. Δικάζονται κάτω από ειδικές συνθήκες, από ειδικά δικαστήρια εκτάκτων μέτρων, ως κοινοί παραβάτες, ενώ το σύνολο των εξουσιών με όπλα το ψεύδος και τη συκοφαντία προσπαθούν να υψώσουν ιδεολογικά τείχη, να αποκόψουν τους πολιτικούς κρατούμενους από την κοινωνία.

Οι πολιτικοί κρατούμενοι από μέσα και το κίνημα αλληλεγγύης απέξω χρειάζεται να παλέψουν για να γκρεμίσουν αυτά τα ιδεολογικά τείχη, να καταδειχθεί ότι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του κινήματος, ότι ο αγώνας τους εγγράφεται στον αγώνα του κινήματος, ότι το χτύπημά τους είναι χτύπημα ολόκληρου του κοινωνικού κινήματος. Αναφορά του κινήματος αλληλεγγύης, αλλά και των πολιτικών κρατούμενων, ιδιαίτερα όσων πήραν τα όπλα για να επαναστατικοποιήσουν την κοινωνία, χρειάζεται να είναι ολόκληρη η κοινωνία, και όχι στενοί κοινωνικοί χώροι στο όνομα μιας «καθαρότητας» που οδηγεί σε διαρκή κατακερματισμό, μέχρι το όριο του ατόμου. Είναι απαραίτητη η πολιτική σύνδεση με το ευρύτερο κίνημα, και γι αυτό το κίνημα αλληλεγγύης δεν μπορεί απλώς να είναι καθαρά ιδεολογικό, χωρίς να έχει δηλαδή συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους. Η πολιτική αύτη σύνδεση σήμερα, στη συγκυρία της όξυνσης του κοινωνικού πολέμου, της άγριας καταστολής, της σκλήρυνσης του νομικού πλαισίου, των διαδοχικών τρομονόμων που διευρύνουν την έννοια της λεγόμενης τρομοκρατίας μέχρι το επίπεδο της εκτόξευσης μιας πέτρας στη διαδήλωση, μπορεί να γίνει μόνο στη βάση της γενικευμένης καταστροφής κοινών δικαιωμάτων που έχουν κατακτηθεί με πολύχρονους αγώνες, σε μια αστυνομοκρατούμενη και φασιστικοποιούμενη κοινωνία.

Με τον τρόπο αυτόν μπορεί να αξιοποιηθεί και να διευρυνθεί το πολιτικό-ιδεολογικό κεφάλαιο συμπάθειας, να επιτευχθούν οι άμεσοι και απώτεροι στόχοι που βάζει η Δράση για την Ελευθερία και το κίνημα αλληλεγγύης, να γίνει σύνδεση και συνάρθρωση με το ευρύτερο ζωντανό κοινωνικό κίνημα. Να επικοινωνήσουν αποτελεσματικότερα μεταξύ τους τα διάφορα κομμάτια του κινήματος, να επιτευχθούν απαραίτητες μικρές νίκες, να φωτιστεί τελικά ο ανατρεπτικός ορίζοντας.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλες και φίλοι

Συντρόφισσα Ίρμα

Σύντροφε Γκαμπριέλ

Σύντροφε Αντρέας

Ανταμωθήκαμε εδώ, σ’ έναν τόπο που ζει μια απ’ τις ζοφερές περιόδους της ιστορίας του. Όπου ίσως η πιο επιθετική, αδίστακτη, αρπακτική, κυνική και αμοραλιστική άρχουσα τάξη που έχει γνωρίσει η χώρα, μας οδηγεί σε νέα εποχή υποτέλειας, λεηλατεί, εξαθλιώνει, ξεπουλά τα πάντα, κουρελιάζει την αξιοπρέπεια, απειλεί την ιδιοσυστασία, την ίδια την υπόσταση του ελληνικού λαού. Και δεν θα σταματήσει πουθενά όσο δεν βρίσκει αποτελεσματική αντίσταση όσο δεν υψώνονται παντού αναχώματα, να σταματήσει η ζοφερή πορεία στην καταστροφή.

Ανταμωθήκαμε εδώ να τα πούμε, να βάλουμε κάτω εμπειρίες, σκέψεις, όνειρα, ουτοπίες. Τα χρόνια της φωτιάς, του μπαρουτιού, της ελπίδας, της βιασύνης μη χαθεί το ραντεβού με την επανάσταση, μην αργήσει η έφοδος στον ουρανό. Κι ύστερα τα μολυβένια χρόνια, της σκληρής αναμέτρησης, του απολογισμού… Μια περιήγηση στη συλλογική μνήμη, αλλά για να οργανώσουμε την αντίσταση, να καταλάβουμε τις τωρινές μάχες, τις μορφές και τους τρόπους να τις διεξάγουμε. Γιατί δεν σταματάμε να μισούμε το σύστημα της βίας, της αδικίας, των σφαγών. Δεν σταματάμε να αγαπάμε, δεν σταματάμε να ονειρευόμαστε, δεν σταματάμε να πολεμάμε…

Το κείμενο βρέθηκε στο ”Κουλτούρα και Επανάσταση”

Γράμμα του Ράμι Συριανού σχετικά με την υπόθεσή του

Διανύουμε αναμφίβολα μια περίοδο, όπου οι συνολικοί όροι διαβίωσης σ’ αυτόν τον κόσμο επαναδιαπραγματεύονται. Η αστραφτερή βιτρίνα του καπιταλισμού έχει γίνει θρύψαλα για να αποκαλύψει πίσω της τη διαδικασία της σήψης και της παρακμής. Οι δημοκρατικές ψευδαισθήσεις και οι καπιταλιστικές υποσχέσεις παίρνουν πόδι μαζί με την πλασματική αφθονία –με δανεικά- της χρυσής εποχής του καπιταλισμού των προηγούμενων δεκαετιών, ενώ η γη της επαγγελίας με ιδιόκτητη πισίνα, 2 αυτοκίνητα και 4 τηλεοράσεις δίνει τη θέση της στη γκρίζα έρημο της κατάθλιψης, της απελπισίας, της ανασφάλειας και του φόβου. Η κυριαρχία, επιδεικνύοντας την ικανότατη ευελιξία της, αναδιπλώνεται σε ένα νέου τύπου ψηφιακά προγραμματισμένο ολοκληρωτισμό και στήνει  αναχώματα με νέες αστυνομικές ομάδες, βιομετρικές βάσεις δεδομένων και νέα ελαστικά ‘αντιτρομοκρατικά’ νομοθετήματα, στην προσπάθεια οχύρωσής της απέναντι στον εσωτερικό εχθρό, που απειλεί την εύθραυστη κοινωνική ειρήνη. Το διάφανο κοινωνικό κάτεργο μετατρέπεται σε φυλακή υψίστης ασφαλείας, καθώς η επί δεκαετίες χτισμένη κοινωνική συνοχή τίθεται υπό επαναδιαπραγμάτευση των όρων της πάνω στις βάσεις στις οποίες είχε στηριχτεί. Στη  συμμετοχικότητα στον πλούτο και την κατανάλωση, στις υποσχέσεις και ελπίδες για κοινωνική ανέλιξη και καταξίωση, στη μισθωτή εργασία σαν μέσο για την εκπλήρωση αναγκών και επιθυμιών και ως εισιτήριο για την αυτοεκπλήρωση του ανθρώπου σε ένα κόσμο καταναλωτικών ονείρων και αισθήσεων.

 

Η εργασία δεν υφίσταται απλά και μόνο ως μια οικονομική διαδικασία εμπορευματοποίησης της ανθρώπινης δραστηριότητας. Εξαιτίας του ολοκληρωτικού της χαρακτήρα, επιβάλλεται ως η καθολική συνθήκη κάτω απ’ την οποία διαμορφώνονται σχέσεις και συνειδήσεις. Ήταν δια μέσου της επανανοηματοδότησης της εργασίας ως μέσο για την κοινωνική ανέλιξη και των καπιταλιστικών υποσχέσεων για συμμετοχή στην κατανάλωση, που η εξουσία επαναπλάστηκε στο μυαλό των υπηκόων, διαμοιράστηκε και πλάτυνε, εδραιώνοντας, διαταξικά πλέον, τον κυρίαρχο λόγο. Οι ρητορείες περί ‘αυτοδημιούργητων επιχειρηματιών’, κοινωνικής καταξίωσης μέσω δανεικών αλλά και αυτοπραγμάτωσης μέσω της κατανάλωσης, βρήκαν στα πρόθυμα αυτιά το πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργηθούν οι κανιβαλιστικές συνειδήσεις που θέτουν ως υπέρτατη αξία το αδίστακτο -και επί πτωμάτων- κυνήγι για κύρος, εξουσία και πλούτο. Η παλιά εργατική τάξη μετατρέπεται σε μικρό/μεσοαστούς ιδιοκτήτες και ταυτίζει τα συμφέροντά της με αυτά του συστήματος, καθώς εκτός από τις αλυσίδες της (που πλέον έχουν μεταμορφωθεί σε πλαστικές και υπό τη μορφή δανείων) έχει να χάσει, πλέον,  τις ανέσεις της και  το κοινωνικό της status. Πάνω στη συνθήκη γενικευμένης συναίνεσης που διαμορφώνεται, οι παραδοσιακές δυνάμεις καταστολής ‘υποχωρούν’  ως οπισθοφυλακή (αλλά προς υπόγεια αναβάθμιση) και εξαπολύεται μια εκστρατεία αποχαύνωσης και εξατομικισμού που έχει σαν αιχμή του δόρατος τα προκάτ πρότυπα του lifestyle, της πρόσβασης σε κέντρα διασκέδασης, της κοινωνικής καταξίωσης και της καταναλωτικής ευτυχίας. Η κοινωνική ειρήνη διασφαλίζεται μέσα από την ικανοποίηση των νέων συλλογικών επιθυμιών της κοινωνίας, που, πεινασμένη για κατανάλωση προϊόντων και εικόνων επιδίδεται σε ένα όργιο απονοηματοδότησης της ίδιας  της ύπαρξής της. Είναι η εποχή που η υπαρξιακή φτώχεια βαθαίνει, ο εξατομισμός και ο φιλοτομαρισμός ριζώνουν στις συνειδήσεις και η ζωή αποκόβεται όλο και περισσότερο από κάθε νόημα, εγκλωβισμένη σε ωράρια, τηλεοπτικά reality, τυποποιημένα καλούπια διασκέδασης και εικόνες πλασματικής ευτυχίας. Η γιορτή όμως είχε ημερομηνία λήξης και τώρα ήρθε η ώρα του λογαριασμού, ο οποίος θα πληρωθεί με τόκο.

 

Οι νέες κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονται έρχονται να κάνουν το μεταβατικό άλμα από την εσωτερίκευση του ελέγχου -δια μέσου της συμμετοχικότητας στον πλούτο και την εξουσία- στην εσωτερίκευση της πειθαρχίας μέσα από το φόβο, την ανασφάλεια, τα ελαστικά ωράρια, την ανεργία και την εικόνα κατεχόμενων ζωνών από τους μισθοφόρους της αστυνομίας. Με αφορμή την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, επιχειρείται μια άνευ προηγουμένου αναδιανομή του πλούτου προς τα ανώτερα οικονομικά στρώματα και ταυτόχρονα μια καθολική αναδιάρθρωση του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων. Η πλαστή εικόνα της ευημερίας αποκαθηλώνεται βίαια, μαζί με τις ψευδαισθήσεις που τη συνόδευαν, για να αντικατασταθεί από αυτήν του αδυσώπητου μέλλοντος που ξημερώνει.  Ο φόβος και η αβεβαιότητα έρχονται να αντικαταστήσουν τις υποσχέσεις ως τον κύριο άξονα της κοινωνικής μηχανικής και να εδραιωθούν στα κεφάλια των μέχρι πρότινος χαρούμενων υπηκόων, οι οποίοι βλέπουν τους δανεικούς επίγειους παραδείσους τους να κομματιάζονται και να τους αγγίζει η μοίρα στην οποία οι ίδιοι –επιμελώς αδιάφοροι για το αίμα που συνόδευε την ανάπτυξη και την ευτυχία τους- καταδίκαζαν μέχρι πρότινος τους ανθρώπους που ζουν στην περιφέρεια του καπιταλισμού. Η μισθωτή εργασία, αποτελώντας τον ακρογωνιαίο λίθο των ευρύτατων κοινωνικών αλλαγών, απογυμνώνεται απ’ το μανδύα του μέσου ανέλιξης και επιτυχίας, και απομυθοποιείται, αφήνοντας να φανεί ξεκάθαρα πλέον η πραγματική της φύση:  μια εκβιαστική διαδικασία παραγωγής ανισοτήτων και εκμετάλλευσης. Πάνω σ’ αυτή τη συνθήκη όπου οι κλασσικοί μηχανισμοί συναίνεσης των προηγούμενων ετών καταρρέουν σιγά-σιγά και η κοινωνική συνοχή γίνεται ολοένα και πιο εύθραυστη, η κυριαρχία υιοθετεί πολεμική ρητορική, κηρύσσοντας μια μόνιμη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και οχυρώνεται πίσω από νέα ελαστικά ειδικά ‘αντιτρομοκρατικά’ νομοθετήματα, βιολογικές βάσεις δεδομένων, συστήματα παρακολούθησης και χιλιάδες προσλήψεις αστικών μισθοφόρων/ αστυνομικών, προετοιμαζόμενη να αντιμετωπίσει τον εσωτερικό εχθρό που απειλεί τα μεγαλόπνοα σχέδιά της για την επιβολή ενός νέου τύπου ολοκληρωτισμoύ.

 

Η αναζωπύρωση των εξεγερσιακών πρακτικών σε παγκόσμιο επίπεδο, η επανεμφάνιση του μητροπολιτικού αντάρτικου, οι συγκρουσιακές πορείες σε όλον τον κόσμο, οι εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, η ολοένα και μεγαλύτερη δυσπιστία προς την καθεστωτική διαμεσολάβηση της αριστεράς και η στροφή προς ριζοσπαστικές μορφές αγώνα, έρχονται να υπενθυμίσουν πως το στοίχημα για μια επαναστατική διευθέτηση όχι απλώς δε χάθηκε ή ξεχάστηκε, αλλά μπαίνει εκ νέου στο προσκήνιο, ακόμη πιο επιτακτικά, πιο καίρια από ποτέ. Οι διώξεις, οι φυλακίσεις και οι δολοφονίες αγωνιστών δεν είναι το αποτέλεσμα της επίθεσης της κυριαρχίας, αλλά των αμυντικών οχυρωματικών της έργων, για την αντιμετώπιση των τριγμών στα θεμέλιά της, που ολοένα και εντείνονται, καθώς η πίστη στην εικόνα της παντοδυναμίας της χάνεται καθημερινά.

 

Στις 31/1, κατά τη διαδικασία διαφυγής μου έπειτα από ληστεία που πραγματοποίησα σε πλειστηριασμό οχημάτων του ΟΔΔΥ Α.Ε.,(ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού είναι δημοπρατικός οργανισμός μεγάλης εμβέλειας και είναι υπεύθυνος για την εκποίηση κυρίως αυτοκινήτων και δικύκλων αλλά και πολλών άλλων κινητών υλικών αγαθών που κατάσχονται είτε από τους μπάτσους είτε από τις τελωνειακές αρχές) περικυκλώνομαι και συλλαμβάνομαι από ένστολα γουρούνια της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. Οδηγούμαι στη ΓΑΔΘ, όπου αφού με ξεντύνουν, αφήνοντάς με γυμνό με το εσώρουχό μου, μου περνάνε χειροπέδες πίσω απ’ την πλάτη και με αφήνουν όρθιο να κοιτάω ένα τοίχο για περίπου 7 ώρες, ενώ διάφοροι ασφαλίτες και λοιποί μπάτσοι κάνουν παρέλαση για να με δουν. Εγώ αρνούμαι διαρκώς να πω οτιδήποτε, πέραν του ότι είμαι αναρχικός, ενώ αρνούμαι να περάσω και σήμανση. Κατόπιν, με οδηγούν στο σπίτι μου ώστε να το ψάξουν και έπειτα από 5 ώρες ερευνών με επιστρέφουν και πάλι στη ΓΑΔΘ, όπου αφού μπουν καμιά 10ριά μπάτσοι και με περικυκλώσουν, ο επικεφαλής τους προσπαθεί να ξεκινήσει μια διαδικασία ανάκρισης αλλά και ηθικής απαξίωσης, υπό τη μορφή φιλικής κουβεντούλας, όπου ανάμεσα σε άλλα ακούστηκαν τα εξής τραγελαφικά: «εμείς είμαστε οι πραγματικοί επαναστάτες, εσύ είσαι παρτάκιας», « εμείς είμαστε κατά των τραπεζών»(!!!!) αλλά και « δεν βοηθάς τον εαυτό σου, ο άλλος έχει ήδη μιλήσει» (μερικά κλισέ δεν πεθαίνουν ποτέ…) κλπ. Το μόνο που τους λέω είναι για μια ακόμη φορά πως είμαι αναρχικός επαναστάτης και πως αυτοί δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι μπράβοι της εξουσίας, άβουλοι επιβολείς των νόμων, που για ένα μισθό εξευτελίζουν, βασανίζουν και δολοφονούν. Το πρωί, έπειτα από επικοινωνία με το δικηγόρο μου πληροφορούμαι πως με αφορμή ένα χαρτάκι που είχε γραμμένο ένα τηλέφωνο, το οποίο από τραγικό λάθος είχα ξεχάσει πάνω στα ρούχα μου, έχει συλληφθεί ακόμη ένα γνωστό μου πρόσωπο, το οποίο επίσης ανήκει στον αντιεξουσιαστικό χώρο και πως οι φωτογραφίες και των δυο μας έχουν δημοσιευτεί απ’ τα media. Στη συνέχεια οδηγούμαστε στα δικαστήρια με το γνωστό σόου δημιουργίας εντυπώσεων. Μας φοράνε λευκά αλεξίσφαιρα την ώρα που κουκουλωμένοι μπάτσοι αναπαριστούν πανικόβλητοι κάποια σκηνή από χολιγουντιανή μπατσοταινία δράσης. Στον ανακριτή δηλώνω μονάχα πως ό,τι έπραξα το έπραξα ως αναρχικός στα πλαίσια της άρνησης εργασίας και πως ο συγκατηγορούμενός μου δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την υπόθεση. Διατάσσεται η προφυλάκισή μου, ενώ ο σύντροφος αφήνεται ελεύθερος, αφού τη στιγμή της ληστείας δούλευε σε αυτοδιαχειριζόμενο πάγκο με καφέδες στο πολυτεχνείο, παρουσία δεκάδων μαρτύρων.

 

Η ληστεία των κλεπταποδόχων του ΟΔΔΥ Α.Ε., αποτελεί μια τμηματική έκφραση της άρνησης υποταγής μου στην καταπιεστική και κενή ουσίας πραγματικότητα που επιβάλλεται από τον κατακερματισμένο χώρο και χρόνο ωραρίων και προκαθορισμένων δρομολογίων, από τα πειθαρχικά πρέπει των αφεντικών και τα αλλοτριωμένα ‘θέλω’ των υπηκόων, από μια παραγωγική διαδικασία που μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζωντανά εξαρτήματα μιας μηχανής κατανάλωσης εικόνων και προϊόντων. Αρνούμενος να υποδυθώ τόσο το ρόλο του θύματος προς εκμετάλλευση από κάθε μικρό ή μεγάλο αφεντικό όσο και του θύτη και συνενόχου στην εκμετάλλευση, αηδιασμένος τόσο από την υποταγμένη ηθική του ‘φτωχού πλην τίμιου’ εργαζόμενου όσο και από τη γεμάτη φιλοδοξία έπαρση του ‘πετυχημένου καριερίστα’ , αναγνωρίζοντας το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων ως το αλλοτριωμένο αποτέλεσμα της καπιταλιστικής παραγωγής, αποφάσισα να περάσω στην αυτενέργεια εντάσσοντας τον εαυτό μου στην πολύμορφη αναρχική επαναστατική διαδικασία, κομμάτι της οποίας είναι και η άρνηση εργασίας. Η άρνηση εργασίας δε μπορεί να υφίσταται ως μια αποκομμένη επιλογή από τη συνολικότερη ρήξη με την κυριαρχία και προφανώς δεν είναι το μέσο με την οποία πραγματώνεται (π.χ. ληστεία) που την προσδιορίζει ως τέτοια. Οι ληστρικές επιδρομές μπορούν άνετα να εκφυλιστούν σε δουλειά με πλήρες ωράριο και όλες τις συνέπειες που ακολουθούν. Της έπαρσης του πλουτισμού, της συμμετοχής στην κατανάλωση, του τεμαχισμού του χρόνου σύμφωνα με τα ‘ωράρια’ της δουλειάς και την ανάπτυξη μιας (παραβατικής) επαγγελματικής ταυτότητας. Οι ληστείες, οι απαγωγές, οι συλλογικές και ατομικές απαλλοτριώσεις αγαθών, τα σαμποτάζ, οι επιθέσεις σε οικονομικούς στόχους, οι στεγαστικές κολλεκτίβες και τα χαριστικά παζάρια είναι όλα μέσα που νοηματοδοτούνται στο πλαίσιο της συνολικής άρνησης του κόσμου της εργασίας, της παραγωγής και κατανάλωσης εικόνων και προϊόντων, στο βαθμό που η συνειδητότητα που κουβαλούν τα εντάσσει στον ευρύτερο επαναστατικό αγώνα για την ατομική και συλλογική απελευθέρωση.

 

Κομμάτι αυτού του πολύμορφου κινήματος, βρίσκομαι αυτή τη στιγμή κρατούμενος στις φυλακές-κολαστήρια των Ιωαννίνων, σηκώνοντας το κόστος των συνειδητών επιλογών μου. Για το μόνο που μετανιώνω, είναι που δεν έπραξα περισσότερα εκτός των τειχών.

Ούτε βήμα πίσω.

 

Ράμι Συριανός

Κατάστημα κράτησης Ιωαννίνων

Απρίλης 2011

Κείμενο των Τσιλιανίδη,Φεσσά,Σκουλούδη,Τζίφκα,Δημτσιάδη

Διανύουμε μια εποχή που το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο. Λόγω της οικονομικής δυσλειτουργίας τα όνειρα της κοινωνικής ανέλιξης, της υλικής αφθονίας και της οικονομικής ευμάρειας φαντάζουν τώρα πιο μακρινά και απραγματοποίητα, όσο ποτέ άλλοτε τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Επιπλέον η κυριαρχία αναγκάζεται να πάρει πίσω προνόμια και παραχωρήσεις περασμένων χρόνων και αρκετά κοινωνικά κομμάτια αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να βρεθούν (ή βρίσκονται ήδη) σε κατάσταση οικονομικής ανέχειας. Στο κοινωνικό σώμα πλέον διαμορφώνεται μια διάχυτη δυσαρέσκεια η οποία και εκφράζεται αρκετά συχνά, ωστόσο με μερικούς ή συντεχνιακούς αγώνες. Αγώνες οι οποίοι παρά την συμβολή τους στη διαμόρφωση κλίματος κοινωνικής αναταραχής, δεν έχουν να προσφέρουν μια συνολικότερη προοπτική ριζοσπαστικού αγώνα.

Η επαναστατική προοπτική ωστόσο προτάσσεται έντονα αυτά τα χρόνια από τον ευρύτερο αναρχικό/επαναστατικό χώρο, κάποιες συνιστώσες του οποίου προχώρησαν και σε αυξημένες ποσοτικά και ποιοτικά επιθετικές ενέργειες, εφαρμόζοντας στην πράξη ζητήματα όπως η οργάνωση και η άμεση αντιπαράθεση με τις δυνάμεις της εξουσίας, πλήττοντας έτσι ακόμα περισσότερο την εικόνα του “άτρωτου κράτους”. Σ’ ένα περιβάλλον λοιπόν που οι εικόνες της κοινωνικής ειρήνης αρχίζουν να φθείρονται και η κοινωνική συνοχή διαταράσσεται, με τα κόμματα να ‘χουν χάσει την αξιοπιστία τους και να μην μπορούν να κατευνάσουν τα πνεύματα, μιας και οι διακηρύξεις και οι υποσχέσεις για οικονομική εξυγίανση δύσκολα γίνονται πλέον πιστευτές, η κυριαρχία έχει θορυβηθεί (και μάλιστα όχι άδικα) από την αύξηση των πιθανοτήτων για γενίκευση της κοινωνικής αναταραχής.

Επιπλέον έχει ανιχνεύσει τον καταλυτικό ρόλο που μπορεί να έχει σε αυτήν την γενίκευση της αναταραχής, ο πολύμορφος αναρχικός/επαναστατικός χώρος.

Έτσι το κράτος αναγκάζεται να οχυρωθεί και περνώντας στην αντεπίθεση να χρησιμοποιεί επιθετικά μέσα. Αυξάνει λοιπόν την καταστολή και προληπτικά και σε άμεσο χρόνο τόσο στους επιμέρους αγώνες όσο και στον αναρχικό χώρο. Παράλληλα γίνεται η προσπάθεια από την μεριά της κυριαρχίας να παραμείνουν οι διάφοροι αυτοί αγώνες κατακερματισμένοι και ξεκομμένοι, όπως και τα σύνολα υποκειμένων που τους πραγματοποιούν,.

Tα ΜΜΕ έχουν βασικό ρόλο σ’ αυτό το εγχείρημα, καθώς προσπαθούν να κρατήσουν εμφανώς διαχωρισμένους τους διάφορους μερικούς αγώνες, προβάλλοντας συνεχώς τα σημεία σύγκρουσης της κάθε κοινωνικής ομάδας που δίνει έναν αγώνα με τις υπόλοιπες, δικαιολογώντας έτσι την καταστολή. Επίσης , μέσω αυτών γίνεται εμφανής η προσπάθεια διασποράς φόβου σε όσους αγωνίζονται ή σκέφτονται να αγωνιστούν με οποιοδήποτε τρόπο αλλά και η προσπάθεια επανάπλασης της εικόνας του παντοδύναμου κράτους.

Έτσι τον τελευταίο χρόνο παρατηρήθηκαν χτυπήματα σε πορείες, συγκεντρώσεις, καταλήψεις, και πολλές συλλήψεις αναρχικών, ο αριθμός των οποίων είναι πρωτοφανής για την Ελλάδα αναλογικά με το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν και που προφανώς είναι προϊόν των ίδιων τους/μας των επιλογών.

Όλα τα παραπάνω, ουσιαστικά είναι αποτέλεσμα της όξυνσης αυτού του πολέμου που διεξάγεται στα σπλάχνα της κοινωνίας. Όταν το ένα στρατόπεδο εντείνει τις εχθροπραξίες, το αντίπαλο είναι αναγκασμένο να αντιδράσει. Συγκεκριμένα, απ’ την στιγμή που η (απ’ το αναρχικό κίνημα εκπορευόμενη) δράση παίρνει μια δυναμικότερη μορφή σε σχέση με παλαιότερα χρόνια, είναι λογικό το κράτος να απαντήσει σε αυτή την απειλή. Η όξυνση ενός πολέμου συνεπάγεται με σκληρότερες μάχες, έτσι λοιπόν η συνθήκη που επιβάλλει περισσότερες απώλειες συντρόφων μόνο ως λογική μπορεί να εκληφθεί. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφεθούμε μοιρολατρικά σε μια κατάσταση στην οποία οι σύντροφοί μας θα στοιβάζονται στις φυλακές.

Το πρώτο και ίσως πιο σημαντικό βήμα της αντεπίθεσης μας πρέπει να’ ναι η ανάλυση της κίνησης που επιχειρείται από το κράτος. Σ’ αυτό το πλαίσιο λοιπόν αναγνωρίζουμε ότι η φυλάκιση ενός συντρόφου, έχει τρεις στόχους. Ο πρώτος και πιο προφανής, είναι η απενεργοποίηση του επαναστάτη όσον αφορά την δράση και συμμετοχή στις κοινωνικές διεργασίες. Ο δεύτερος είναι η τιμωρία του ατόμου ώστε να σταματήσει αυτοβούλως την υλοποίηση σκέψεων που εμπεριέχουν προσωπικό κίνδυνο. Και τρίτος , που εν μέρει συνδέεται με τον δεύτερο, είναι ο παραδειγματισμός αυτών που δρουν ή σκέφτονται να δράσουν με τον ίδιο τρόπο που έδρασε ο αιχμάλωτος σύντροφος, χρησιμοποιώντας έτσι την ανελεύθερη κατάσταση του συντρόφου ως παράδειγμα προς αποφυγή.

Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι σε μια εποχή που οι φυλακισμένοι αναρχικοί ξεπερνούν σε αριθμό τους 40, γίνεται κάτι περισσότερο από επιτακτική η δημιουργία σχέσεων μεταξύ συντρόφων, με κύριο γνώρισμα τους, ως χαρακτηριστικό, την αλληλεγγύη και την αλληλοστήριξη μεταξύ των αγωνιστών εντός της επαναστατικής κοινότητας σε “υλικό” , μα και σε “άυλο” επίπεδο.

 

Είναι ακόμη πιο σημαντικό ως φυλακισμένοι τουλάχιστον, να ξεκαθαρίσουμε ότι κάθε κίνηση αλληλεγγύης, κάθε δράση που αποδεικνύει στη πράξη τις παραπάνω σχέσεις, φορτίζει με “αγωνιστική ενέργεια” τις δικές μας μπαταρίες για την επιβίωση μας εντός των τειχών.

Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, θέλουμε και ελπίζουμε ο καθένας να αντιλαμβάνεται αυτού του είδους τις κινήσεις, ως μια ακόμη πτυχή του απελευθερωτικού αγώνα, στα πλαίσια μιας διαρκούς επιδίωξης για την γέννηση πιθανοτήτων που θα ανοίξουν νέες οδούς αγώνα και θα δημιουργήσουν ευκαιρίες, για κάθε έναν από εμάς, στο να εφαρμόσει και να εξελίξει την αναρχική και επαναστατική δράση: να διαχύσει και να εξελίξει τον ριζοσπαστικό λόγο, να εφαρμόσει και να εξελίξει την ριζοσπαστική πράξη.

Πέρα από τυπικές δηλώσεις συμπαράστασης. Πέρα από μια περιστασιακή ανάδειξη ζητημάτων. Κάνοντας βήματα μπροστά, ξεκινώντας όμως από ‘κει που τελειώνουν αυτά των προηγούμενων.

 

Παρόλο που δεν μπορούμε να παραστούμε ως φυσικές οντότητες, καλούμε κι εμείς στην πανελλαδική πορεία ενάντια στην κρατική καταστολή, το Σάββατο 16 Απριλίου ,στις 12:00 στην Θεσσαλονίκη θέλοντας έτσι να εκμηδενίσουμε τις αποστάσεις που μας χωρίζουν.

 

Αν δεν μοιραστούμε κοινούς αγώνες

πως θα μοιραστούμε κοινές ήττες;”

 

Δημτσιάδης Δ.

Σκουλούδης Γ.

Φεσσάς Δ.

ΤζίφκαςΣ.

Τσιλιανίδης Χ.

 

εκπομπή με τους συντρόφους της υπόθεσης του Βυρωνα και τον Γ. Σκουλουδη

Στα πλαίσια της εκπομπής “Αντιλαλούν οι φυλακές” πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικη συνωμιλία  με τους Φεσσά Δ. και Τσίφκα Σ. προφυλακισμένους για την υπόθεση Βύρωνα και παρέμβαση από το σύντροφο Σκουλούδη Γ. προφυλακισμένο για τον εμπρησμό οχήματος της ΔΕΗ.

την εκπομπη μπορειτε να την κατεβάσετε απο εδω

Κείμενο των 13 συλληφθέντων για την παρέμβαση έξω απ’ το σπίτι του Μπαλτά

Την Δευτέρα 4 Απρίλη συμμετείχαμε στη συγκέντρωση έξω από το σπίτι του ειδικού εφέτη ανακριτή Κώστα Μπαλτά. Ο συγκεκριμμένος ανακριτής χειρίζεται μια σειρά από υποθέσεις του αναρχικού χώρου.

Την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, όπου μαζί με τον ανακριτή Μόκκα προφυλάκισε τους συντρόφους Σ. Νικητόπουλο, Χρ. Κορτέση και Β. Σταθόπουλο ποινικοποιώντας την πολιτική τους δράση και τις συντροφικές τους σχέσεις με τα μέλη του Ε.Α. Στη συνέχεια κάλεσαν μαζικά για ανάκριση δεκάδες αναρχικούς για την υπόθεση αυτή προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν ένα μεγάλο κομμάτι του αναρχικού χώρου, και έθεσαν σε δικαστική ομηρία το συγγενικό περιβάλλον εμπλέκοντας τον κουμπάρο και τη γυναίκα του Κ. Γουρνά στη δικογραφία.

Ο Κ. Μπαλτάς δεν δίστασε επίσης να κατασκευάσει ένοπλη οργάνωση στην υπόθεση των συλληφθέντων της 4ης Δεκεμβρίου και προφυλάκισε 6 συντρόφους, κάποιοι εκ των οποίων δεν γνωρίζονταν καν μεταξύ τους. Επιπροσθέτως, πήρε τη δικογραφία αυτή, που βρίθει κατασκευασμένων κατηγοριών και φρονηματικών διώξεων, και την συνέδεσε ποινικά με την υπόθεση της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς, την οποία επίσης χειρίζεται. Και εκεί έστησε μια προφανή σκευωρία, όπου ενέπλεξε με τη Σ.Π.τ.Φ. συντρόφους με την οποία δεν είχαν σχέση και φρόντισε να λειτουργήσει όσο πιο εκδικητικά γίνεται, διογκώνοντας τις κατηγορίες για αυτούς που ανέλαβαν την πολιτικη ευθύνη. Το παράδειγμα του Χ. Χατζημιχελάκη που βαρύνεται με την ηθική αυτουργία για ενέργειες που έγιναν όσο αυτός ήταν στη φυλακή είναι χαρακτηριστικό.

Ο Μπαλτάς, μαζί με το συνάφι του, ως εντεταλμένος του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού επιχειρεί την εξόντωση αγωνιστών με αντικαθεστωτική δράση. Έκδικείται με τον πλέον σκληρό τρόπο τους συντρόφους που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη οργανώσεων (Ε.Α. και Σ.Π.τ.Φ.) σαρώνοντας όλον τον πολιτικό, φιλικό και ενιοτε συγγενικό κύκλο τους με προφυλακίσεις και διώξεις. Στην περίπτωση των έξι συλληφθέντων της 4ης Δεκεμβρίου έφτασε στο σημείο να κατασκευάσει την οργάνωση.

Αυτές τις μέρες περνούσαν από δικαστικό συμβούλιο οι Χρ. Κορτέσης, Β. Σταθόπουλος και Σ. Νικητόπουλος για την παράταση ή μη της ήδη 12μηνης προφυλάκισής τους. Επίσης, ο Μπαλτάς επισκεπτόταν τους κρατούμενους της 4ης Δεκεμβρίου για να τους συμπεριλάβει στη δικογραφία της ΣΠτΦ, ενώ βέβαια συνεχίζεται η δίκη της υπότιθέμενης γιάφκας του Χαλανδρίου.

Σ’ αυτήν λοιπόν τη χρονική συγκυρία επιλέξαμε να συγκεντρωθούμε έξω απ’ το σπίτι του Κ. Μπαλτά για την παρέμβασή μας με αφίσες, τρικάκια και συνθήματα. Κατά την αποχώρησή μας δύο μπάτσοι περιπολικού της αστυνομίας σταμάτησαν σύντροφο. Όσοι αντιλήφθηκαν το γεγονός (κάποιοι είχαν ήδη αποχωρήσει) σταμάτησαν και γύρισαν πίσω κατευθυνόμενοι προς το σημείο όπου ακινητοποίησαν τον σύντροφο. Έτσι, βρεθήκαμε περικυκλωμένοι από δεκάδες ΔΙΑΣ. Στη συνέχεια βρεθήκαμε για ένα 24ωρο στη ΓΑΔΑ και τελικά στο μονομελές με δύο πλημμελήματα, για τα οποία θα δικαστούμε στις 13/4/11.

Όλα αυτά βέβαια είναι ελάχιστα μπροστά σε αυτά που αντιμετωπίζουν αυτοί που βρίσκονται στις φυλακές της δημοκρατίας των Μπαλτάδων.

 

Λευτεριά στα μέλη του Ε.Α. και της Σ.Π.τ.Φ.

Άμεση απελευθέρωση των 6 συλληφθέντων της 4ης Δεκέμβρη και σε όσους αρνούνται τις κατηγορίες στην υπόθεση του Χαλανδρίου

Καμιά δίωξη στους Β. Σταθόπουλο, Χρ. Κορτέση και Σ. Νικητόπουλο

Μια μικρή συμβολή των φυλακισμένων μελών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς για την Αλληλεγγύη

Έως ότου θα ‘ναι μέρα θα μείνουμε με το κεφάλι ψηλά…

Μια μικρή συμβολή των φυλακισμένων μελών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς για την Αλληλεγγύη

1) Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας

Πολλά είναι αυτά που έχουν γραφτεί και ειπωθεί για την αλληλεγγύη. Συνήθως όταν έχουν γίνει τόσες κουβέντες και έχουν κυκλοφορήσει τόσα κείμενα για ένα ζήτημα, καταντά τετριμμένο, προβλέψιμο και χωρίς κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μοιάζει σαν να έχει εξαντληθεί το περιεχόμενό του και διαρκώς να επαναλαμβάνεται.

Εμείς θεωρούμε πώς δεν υπάρχουν τετριμμένες πρακτικές, αλλά τετριμμένα σκεπτικά. Ιδιαίτερα σήμερα στις ύποπτες μέρες που ζούμε με τους δεκάδες φυλακισμένους αντάρτες πόλης και αναρχικούς πρέπει να ακονίσουμε την λεπίδα της αλληλεγγύης και να την απομακρύνουμε από τα επαναλαμβανόμενα στερεότυπά της που την εγκλωβίζουν στο φαύλο κύκλο του “λευτεριά στον τάδε σύντροφο”.

Γιατί έτσι τα ονόματα αλλάζουν, προστίθονται ενώ άλλα ξεχνιούνται και η αλληλεγγύη παραμένει στάσιμη και συχνά προνόμοιο φιλικών, προσωπικών και “δημόσιων” σχέσεων.

Όμως τη στιγμή που τα ονόματα των φυλακισμένων αγωνιστών και οι υποθέσεις τους θα φυλλομετρούνται αδιάφορα σαν σελίδες διαφημιστικού φυλλαδίου, η εξουσία θα έχει κερδίσει ένα σημαντικό στοίχημα, την ηθική εξόντωση των πολιτικών της αντιπάλων. Θα έχει πετύχει την εγκατάσταση της φυλακής μέσα μας σαν μία φυσική αποδοχή.

2) Από την άμυνα στην επίθεση

Δεν θα μπορούσαμε όμως να μιλήσουμε για την αλληλεγγύη δίχως να αναφερθούμε πρώτα στην καταστολή. Είναι αναμφισβήτητο πως η καταστολή αναδιαρθρώνεται και αναβαθμίζεται σε στρατιωτικό τομέα (π.χ. νέα σώματα μπάτσων όπως οι ΔΙΑΣ), σε επιστημονικό – τεχνικό (π.χ. τράπεζα συλλογής DNA), σε προπαγανδιστικό (τρομοσενάρια των Μ.Μ.Ε) και σε νομικό (νέες διατάξεις τρομονόμου). Ο εχθρός προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να εσωτερικεύσει το φόβο ως συνθήκη στους αντικαθεστωτικούς κύκλους και όχι μόνο.

Όμως πριν εμπλακούμε σε ένα σύμπλεγμα άμυνας απέναντι στην επέλαση της καταστολής, πρέπει να δούμε τι προηγήθηκε. Γιατί μόνο η γνώση μας και η παρακαταθήκη της μνήμης μπορεί να νικήσει το φόβο.

Εδώ και κάποια χρόνια, μαζί με τις εκρηκτικές στιγμές του Δεκέμβρη του 2008, το αναρχικό πλέον αντάρτικο πόλης, δηλώνει ένα διαρκές παρόν που έχει οδηγήσει σε νεκρούς και τραυματίες και από τις δυο πλευρές του πολέμου, σε συντονισμένες εμπρηστικές επιθέσεις, σε τοποθετήσεις εκρηκτικών μηχανισμών σε σύμβολα της κυριαρχίας, σε οργανωμένες υποδομές σαμποτάζ και στην άρθρωση ενός ανατρεπτικού λόγου που αναζητά την επανάσταση στο εδώ και τώρα.

Στην αντίπερα όχθη η καταστολή βρίσκεται σε μια διαρκή πολεμική σχέση με τις δυνάμεις ανατροπής. Για αυτό πιστεύουμε, πως η επιθετική αναδιάρθρωσή της δεν προέκυψε ως μια αυτόνομη πρωτοβουλία του κράτους σε ουδέτερο χρόνο, αλλά ως απάντηση στην αυξανόμενη ανάπτυξη του νέου αντάρτικου πόλης και φυσικά ως ασπίδα προστασίας στις ραγδαίες αντιθέσεις του κοινωνικού αυτοματισμού (οικονομική κρίση, ανεργία, απεργίες…).

Εστιάζοντας στις δικές μας επιλογές του νέου αντάρτικου πόλης μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως η καταστολή λειτουργεί ακολουθώντας την λογική συνέχεια του φαινομένου δράση – αντίδραση. Άρα δεν αντιλαμβανόμαστς τον εαυτό μας στη θέση του αμυνόμενου.

Ακόμα και στη συνθήκη της αιχμαλωσίας επιλέγουμε να αντιστρέφουμε τους όρους μιας ηττοπαθούς συνθηκολόγησης και αναλαμβάνουμε περήφανα την ευθύνη της δράσης μας, υπερασπιζόμενοι τις θέσεις και τις αξίες της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς στην οποία συμμετέχουμε, καταστρώνοντας νέα σχέδια ανατροπής, επίθεσης και δολιοφθορών.

Άρα η καταστολή δεν είναι το φάντασμα που πλανιέται από πάνω μας, αλλά η απάντηση του κράτους στον πόλεμο που του κηρύξαμε. Για αυτό θεωρούμε πως οι νέοι σύντροφοι και συνεργοί στην ανταρσία δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζουν την εξουσία ως ένα παντοδύναμο εχθρό που γνωρίζει τα πάντα, αλλά ως μια πρόκληση για να δωθούν νέες, πιο σκληρές μάχες εναντίον της. Άλλωστε οι επιτυχίες του εχθρού πατούν και στήνονται συνήθως πανω στα δικά μας λάθη, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα για το μέλλον.

Τοποθετούμε τους εαυτούς μας λοιπόν, μακριά από συμπλέγματα άμυνας και φόβου, παραμένοντας στη διαρκή επίθεση. Ενώ για όσους βιαστούν να μιλήσουν για ήττα, λόγω των αρκετών συλλήψεων, εμείς απαντάμε πως το αποτέλεσμα μιας κίνησης δεν είναι ικανό να αξιολογήσει το περιεχόμενο μιας επιλογής. Άλλωστε η αληθινή αξία της ελευθερίας δεν βρίσκεται στη διαφύλαξή της με κάθε κόστος, αλλά στην διακινδύνευσή της γυρέυοντας το καλύτερο, παλεύοντας για την αυθεντική ζωή που βρίσκεται έξω από τους νόμους.

3) Η αλληλεγγύη ας γίνει η λίμα απόδρασης και απ ‘τις δυο πλευρές των τοιχών

Η επαναστατική αλληλεγγύη είνα ένας ζωντανός χάρτης μέσα στον οποίο αποτυπώνονται γεγονότα και αντιλήψεις που η γλώσσα της κυριαρχίας θέλει μεθοδικά να εξαφανίσει απο τη μνήμη, να εξαλείψει από την συνείδηση και να τα καταργήσει σαν να μην υπήρξαν ποτέ.

Ταυτόχρονα όμως η αλληλεγγύη είναι και ένα διαχρονικό πρόταγμα συμπεριφορών, σχέσεων και μετουσίωσης των αξιών της επανάστασης στο εδώ και τώρα. Είναι ένας τρόπος να υπάρχουμε συλλογικά ενάντια στην κοινωνία της μοναξιάς και των διαχωρισμών.

Η αλληλεγγύη αποτελεί την καυτή λάβα που κυλάει στις φλέβες όλων όσων εναντιώνονται, ο καθένας με το δικό του τρόπο, στην εποχή τους και την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Με την ορμή της ξεκαθαρίζει ένα αναμφισβήτητο γεγονός, πως όποιος μάχεται την εξουσία δεν χρειάζεται να είναι φίλος μας, αλλά δικαιούται όχι φυσικά την απεριόριστη αποδοχή μας, αλλά την εγκάρδια στήριξή μας. Αυτός ο συλλογισμός εμπνέει όλες μας τις επιθέσεις και τις κινήσεις που πραγματοποιούμε ως αυτόνομες προσωπικότητες που συμμετέχουμε στη Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς.

Είναι όμως σημαντικό να κατανοήσουμε πως η επαναστατική αλληλεγγύη μέσα από την επιλογή της διαρκούς επίθεσης δεν γεννήθηκε πάνω στο φαντιασιακό μιας υποτιθέμενης ταύτισης σκεπτικών και πράξεων. Γιατί συχνά η αλληλεγγύη παρεξηγείται και γίνεται αντιληπτή ως απόλυτη συμφωνία θεωρίας και δράσης ανάμεσα στους φυλακισμένους και τους αλληλέγγυους.

Αντίθετα γεννήθηκε απαντώντας στο διαχρονικό δίλημμα των καιρών μας ή με το κράτος ή με την επανάσταση. Η αναγνώριση αυτής της παρακαταθήκης δεν σημαίνει βέβαια ότι θα κρύψουμε τα όπλα της κριτικής ή θα κάνουμε εκπτώσεις στον λόγο μας για να γίνουμε αρεστοί σε όσους διαφωνούμε. Αλληλεγγύη χωρίς κριτική είναι επανάσταση δίχως δράση. Με την κριτική εμβαθύνουμε στην ουσία της υπόθεσης. Έτσι αναγνωρίζουμε τους κοινούς τόπους αλλά και τις διαφορετικές αναφορές του καθένα μας. Εξελίσσουμε την σκέψη, την πρακτική μας και αφουγκραζόμαστε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ξεχωριστών συνιστώσεων που συγκροτούν τον αντικαθεστωτικό χώρο. Αυτή είναι και η ομορφιά της επανάστασης, δεν υπάρχει μια μονοκόμματη αλήθεια, ούτε μια ορθόδοξη παράδοση που υπαγορεύει το σωστό και το λάθος.

Αντίθετα ο αντιεξουσιαστικός χώρος είναι ένα ψηφιδωτό αρνήσεων που συνδέεται, συμπλέκεται, ανταγωνίζεται, συμπληρώνεται αλλά πάντοτε βρίσκεται σε μια διαλεκτική. Αυτή είναι η διαλεκτική της αλληλεγγύης που δεν ξεχνά ποτέ ποιος είναι ο εχθρός, ποιοι είναι αυτοί που λεηλατούν την ύπαρξή μας, ποιοι είναι αυτοί που θέλουν να μας ξεφορτωθούν “θάβοντάς” μας στους τσιμεντένιους τάφους των φυλακών.

4) Τα όπλα της κριτικής και η κριτική της “κριτικής”

Μέσα από αυτό το πρίσμα έχουμε κατα διαστήματα ασκήσει κριτική, και μερικές φορές ιδιαίτερα σκληρή, σε διαδικασίες, σε άλλες οργανώσεις, σε καταλήψεις, σε πρακτικές και παραδόσεις αγώνα. Όμως πάντα ξέρουμε προς ποια κατεύθυνση κοιτάμε εχθρικά και προς τα πού στρέφουμε τα όπλα μας. Δεν ξεχνάμε ποτέ πως ματαξύ των επαναστατών και του εχθρού υπάρχει μια ξεκάθαρη, σαφής και οριοθετημένη γραμμή. Εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως μέσα στον αντιεξουσιαστικό χώρο, παρά τις διαφορές, τις αντιθέσεις, τις διαφωνίες και τις εντάσεις μας αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά μας χωρίζουν. Αρκεί να μάθουμε ότι η διαλεκτική στηρίζεται στην αμοιβαιότητα και στην ειλικρίνεια προθέσεων και κινήτρων για την προώθηση του επαναστατικού πολέμου και όχι σε μωροφιλοδοξίες προσωπικής ανάδειξης σε άτυπες ηγεμονίες εντός των αντικαθεστωτικών κύκλων. Σε τέτοιες συμπεριφορές το μόνο που αντιστοιχεί είναι η βίαιη αποστροφή μας.

Από εκεί και πέρα εμείς αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας ως κομμάτι της αναρχο-ατομικιστικής και μηδενιστικής τάσης του αντιεξουσιαστικού ρεύματος, που στηρίζουμε την πολυμορφία της αναρχικής επανάστασης. Πράττοντας δημόσια είτε μέσα από τις παράνομες υποδομές μας, είτε ως φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας, επιδιώκουμε την κριτική για να την ασκήσουμε αλλά και να την δεχτούμε. Ποτέ δεν υποστηρίξαμε ότι κατέχουμε την αποκλειστική αλήθεια της επανάστασης, πόσο μάλλον ότι θέλουμε να την κρατήσουμε για τον εαυτό μας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η αυθεντική έκφραση της αυτοκριτικής και της κριτικής μέσω της επαναστικής αλληλεγγύης μόνο να προσφέρει μπορεί στην υπόθεση της ανατροπής. Αποκαθηλώνει δογματικές αλήθειες, σχηματίζει νέες έννοιες, μεταφέρει εμπειρίες, διατυπώνει ερωτήματα και προβληματισμούς, ανοίγει επικοινωνίες, εμπλουτίζει συμφωνίες και διαφωνίες και συνθέτει μια νέα προοπτική για τον καθένα μας μέσα στην κοινότητα των επαναστατών.

5) Στιγμές αγώνα κόντρα στον άνεμο

Από εκεί και πέρα η αλληλεγγύη με κάθε της έκφραση μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για ένα γόνιμο πεδίο διαλεκτικής και διαλόγου ανάμεσα στους αλληλέγγυους και στους φυλακισμένους. Αλλά και για το έναυσμα να επιτευχθεί κάτι παραπάνω. Η επίτευξη της συγκρότησης μιας νέας αφετηρίας συντονισμένων δράσεων που δεν θα περιορίζονται αποκλειστικά στη θεματική του εγκλεισμού. Ζήτημα για το οποίο θα αναφερθούμε σε μελλοντική μας τοποθέτηση.

Ιχνηλατώντας τις ιστορικές εμπειρίες του παρελθόντος, συναντάμε κάποιες από τις πιο κορυφαίες στιγμές αγώνα, εκεί που αλληλέγγυοι και κρατούμενοι μαθαίνουν ο ένας απ’ τον άλλο, οργανώνονται και στήνουν κοινά ανατρεπτικά σχέδια ενάντια στον εγκλεισμό και τη συνθήκη της εξουσίας. Η αλληλεγγύη είναι το μάζεμα όλων αυτών των στιγμών ( Ουρουγουάη, Αγγλία – Ιρλανδία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία κ.α) που οι φυλακισμένοι αντάρτες πόλης και πολλοί άλλοι αξιοπρεπείς κρατούμενοι, παρόλες τις κόντρες και τις διαμάχες συνδέθηκαν με το ψηφιδωτό ενός πολυτασικού αντικαθεστωτικού ρεύματος. Από τις εκτελέσεις καθεστωτικών και τις απαγωγές πολιτικών και επιχειρηματικών προσώπων, μέχρι τις συνελεύσεις αλληλεγγύης και από τις αφίσες αντιπληροφόρησης και τα συνθήματα στους τοίχους μέχρι τις βομβιστικές και εμπρηστικές επιθέσεις, πραγματοποιήθηκαν δεκάδες φυσικές και νοηματικές αποδράσεις.

Γιατί μέχρι και σήμερα μια βόμβα ή ένας εμπρηστικός μηχανισμός, που μαζί με τα θραύσματά του μεταφέρει ένα μήνυμα αλληλεγγύης ή μία αφίσα συμπαράστασης, μια συγκέντρωση έξω από τις φυλακές ή ένα γράμμα, ένα κείμενο γίνονται οι ελάχιστοι έμπιστοι “φίλοι” ενός κρατούμενου στη μάχη του με την αιχμαλωσία.

Αυτές οι κινήσεις είναι η καλύτερη απάντηση στην δημοκρατία των διευθυντών που μας έχουν χτίσει μέσα σε τάφους απο μπετόν, τσιμέντο και κάγκελα. Είναι η αλληλεγγύη που μας κρατάει ελεύθερους ακόμα και ως κρατούμενους. Αντίθετα η λησμονιά είναι μια μορφή θανάτου για τον φυλακισμένο καθώς οι μέρες δεν περνούν, αλλά φτωχαίνουν, μικραίνουν και αδειάζουν από κάθε περιεχόμενο.

Έτσι μέσα από την κριτική διάσταση της αλληλεγγύης, η αλληλεγγύη παύει να είναι μια στείρα επαναλαμβανόμενη διαδικασία και σίγουρα εξορίζει μακριά της έναν χριστιανικό ανθρωπισμό που μιλάει την γλώσσα της παράκλησης απέναντι στον εχθρό.

Πριν από αρκετά χρόνια το εμπρηστικό κομμάτι της αναρχίας στην πλειοψηφία του, είχε αυτοπεριοριστεί σε μία αυτοαναφορική αλληλεγγύη που επαναλάμβανε μέσα από τηλεφωνικές αναλήψεις ευθύνης το στερεότυπο “λευτεριά στον τάδε”. Έτσι προσωποποιόταν η κάθε υπόθεση αποκόβοντας αναπόφευκτα την νοηματική σύνδεση της επιλογής (εμπρησμός, ληστεία, βανδαλισμοί σε πορεία) για την οποία διωκόταν ο φυλακισμένος σύντροφος με κάθε άλλη αυτόνομη προσωπικότητα που ήθελε να ανακαλύψει τα κοινά νοήματα με αυτήν. Με αυτόν τον τρόπο η αλληλεγγύη μετατρέπεται σε μια υπόθεση που αφορά κάποιους κοντινούς φίλους και λειτουργεί με βαρόμετρο τα “ποσοστά συμπάθειας” που συγκεντρώνει ο εκάστοτε κρατούμενος.

Τα τελευταία χρόνια θεωρούμε πως το πέρασμα από την ευκαιριακή επιθετική δράση δτην δημιουργία ομάδων άμεσης δράσης και οργανωμένων υποδομών απελευθέρωσαν την εμπρηστική αλληλεγγύη από τα στερεότυπά της και άρχισε να παράγεται συνολικός λόγος μέσα από προκηρύξεις, αναλύσεις και κείμενα που εμφανίζουν κάθε παράνομη επαναστατική πρακτική ως μια ανοιχτή πρόταση στον καθένα να την γνωρίσει και είτε να την επιλέξει, είτε να την απορρίψει, είτε , το βασικότερο, να την εξελίξει.

Το ίδιο συνέβη και μέσα από ορισμένες συνελευσιακές διαδικασίες, που χωρίς να προσφέρουν στον εκάστοτε κρατούμενο την ασυλία μιας εσφαλμένης ηρωοποίησης, του έδωσαν πάτημα να μιλήσει μέσα από έντυπα και τηλεφωνικές συνομιλίες και να αναπτυχθεί ένας ζωντανός χώρος διαλόγου, συμφωνιών και αντιθέσεων.

Γιατί το στοίχημα που τίθεται δεν είναι να δημιουργηθεί ένα ευρύ κίνημα αλληλεγγύης που να “τρέχει” πίσω από τις υποθέσεις των κρατουμένων, αλλά να στηθεί ένας αυθεντικός δίαυλος επικοινωνίας που θα καταργεί νοηματικά τα τείχη που μας χωρίζουν.

Ταυτόχρονα θεωρούμε πολύ σημαντικό το άνοιγμα της αλληλεγγύης σε ένα διεθνές επίπεδο. Η ανοιχτή πρόταση για τη συγκρότηση της Άτυπης Αναρχικής Ομοσπονδίας – Διεθνές Επαναστατικό Μέτωπο, συμβάλλει ακριβώς σε αυτήν την κατεύθυνση. Είναι ένας τρόπος να σπάσουμε στην πράξη τη σιωπή και την παραπληροφόρηση για το τί συμβαίνει σε ένα απομακρυσμένο “αλλού” και να συλλογικοποίησουμε όλες εκείνες τις στιγμές σε κάθε μέρος του κόσμου, που λένε όχι στην εξουσία, που δεν σκύβουν το κεφάλι στο κράτος, που πάνε κόντρα στον άνεμο της εποχής μας και σχηματίζουν εκείνες τις ουτοπικές επικράτειες απελευθερωμένων εδαφών που ο επαναστατικός πόλεμος είναι αναγκαίος, όπως ο ήλιος για τη ζωή….

Ζήτω η Άτυπη Αναρχική Ομοσπονδία – Διεθνές Επαναστατικό Μέτωπο

Τίποτα λιγότερο από τα πάντα

Ένοπλος αγώνας για την επανάσταση

Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς

Όλγα Οικονομίδου

Παναγιώτης Αργυρού

Χάρης Χατζημιχελάκης

Γιώργος Νικολόπουλος

Γιώργος Πολύδωρος

Χρήστος Τσάκαλος

Γεράσιμος Τσάκαλος

Δαμιανός Μπολάνο

Μιχάλης Νικολόπουλος

 

ελεύθεροι Κορτέσης,Νικητόπουλος,Σταθόπουλος

Αποφυλακίζονται με βούλευμα του συμβουλίου εφετών τρεις από τους έξι προσωρινά κρατούμενους, κατηγορούμενους για την υπόθεση του “Επαναστατικού Αγώνα”. Χριστόφορος Κορτέσης, Σαράντος Νικητόπουλος και Βαγγέλης Σταθόπουλος  οι οποίοι διώκονται χωρίς καν στοιχεία, με βαση τις πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις τους.Μετά απο ενα χρόνο φυλακή οι σύντροφοι είναι ελεύθεροι,για τον Κορτέση και τον Σταθόπουλο μπήκαν εγγυήσεις 3000 ευρω,απαγόρευση εξόδου απο την χώρα και παρών 2 φορες τον μήνα .Στον Σαράντο Νικητόπουλο δεν επιβλήθηκε χρηματική εγγύηση αλλά μόνο οι άλλοι δύο περιοριστικοί όροι.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ